Η βιταμίνη D επιβραδύνει την επιδείνωση της νόσου Πάρκινσον
Ανάλογα
με το γονιδιακό τους υπόβαθρο, ορισμένοι πάσχοντες από νόσο Πάρκινσον
ενδεχομένως να μπορούν να επιβραδύνουν την επιδείνωση της κατάστασής τους με τη
λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D, υποστηρίζει μικρή ιαπωνική μελέτη που
δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο The American
Journal of Clinical Nutrition.
Οι ερευνητές με τυχαία επιλογή χορήγησαν σε 114 ασθενείς με
νόσο Πάρκινσον είτε βιταμίνη D, είτε εικονικό σκεύασμα, καθημερινά για έναν
χρόνο και παρατήρησαν ότι η νευροεκφυλιστική πάθηση δεν εξελισσόταν στα άτομα
που είχαν πάρει το βιταμινούχο συμπλήρωμα, συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου.
Αλλά αυτό ίσχυε μόνο για τα άτομα που ήταν φορείς συγκεκριμένων εκδοχών του
γονιδίου υποδοχέα της βιταμίνης D.
Παλαιότερες έρευνες είχαν δείξει ότι οι ασθενείς με νόσο
Πάρκινσον έχουν χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα, αν και καμιά δεν είχε
εδραιώσει αν η ανεπάρκεια αυτή είναι η αιτία ή το αποτέλεσμα της ασθένειας.
Ο ανθρώπινος οργανισμός παράγει τη βιταμίνη D από την έκθεση
στο φως του ήλιου και τη χρησιμοποιεί για να διοχετεύσει ασβέστιο στα οστά,
μεταξύ άλλων λειτουργιών. Η βιταμίνη ενεργοποιεί έναν πρωτεϊνικό υποδοχέα στα
κύτταρα που προκαλεί την δραστηριοποίηση διαφόρων γονιδίων.
Στην ιαπωνική μελέτη, οι επιστήμονες συγκρότησαν ένα δείγμα
114 ασθενών, 45-85 ετών, για να δουν αν η λήψη συμπληρώματος βιταμίνης D θα
αλλάξει την ταχύτατα προόδου των συμπτωμάτων της νόσου Πάρκινσον.
Οι 56 ασθενείς πήραν 1.200 IU βιταμίνης D την ημέρα για 12
μήνες και οι άλλοι 58 πήραν εικονικά χάπια για το ίδιο χρονικό διάστημα.
Στο τέλος της μελέτης, περίπου 45 ασθενείς από κάθε ομάδα
είχαν σκορ 1 ή 2 σε μια κλίμακα 5 μονάδων, για την μέτρηση της ανικανότητας που
προκαλεί η νόσος. Το 1 αντιπροσωπεύει την ελάχιστη ανικανότητα και το 5 την
κατάκλιση.
Γενικά οι κλίμακες ανικανότητες περιλαμβάνουν και στοιχεία
για την εξασθένηση της κινητικότητας, την έλλειψη ισορροπίας και την
αυτοεξυπηρέτηση.
Στο τέλος της μελέτης, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι 16 άτομα
στην ομάδα παρέμβασης δεν είχαν παρουσιάσει επιδείνωση συμπτωμάτων, συγκριτικά
με επτά της ομάδας ελέγχου.
Όταν όμως μελέτησαν τα γονίδια υποδοχείς της βιταμίνης D,
παρατήρησαν ότι οι ασθενείς που ήταν φορείς της εκδοχής FokI TT είχαν
αποκομίσει το μεγαλύτερο όφελος από τα συμπληρώματα βιταμίνης D, ακολουθούσαν
εκείνοι με την μετάλλαξη FokI CT, συγκριτικά πάντα με την ομάδα ελέγχου. Αλλά
τα άτομα με τη μετάλλαξη FokI CC, δεν ωφελήθηκαν καθόλου.
Ωστόσο, μόνο το 14% των ασθενών είχε την μετάλλαξη ΤΤ, ενώ το
52% ήταν φορείς του γονότυπου CT και το 34% της μετάλλαξης CC. Οι αναλογίες
αυτές αφορούν και τον γενικό πληθυσμό, όπου το 8-18% των ανθρώπων είναι φορείς
της μετάλλαξης FokI TT, ενώ το 46-58% των μη-Ασιατών, της μετάλλαξης FokI CT.
Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν υπήρχαν διαφορές στα αρχικά
κυκλοφορούντα επίπεδα της βιταμίνης D μεταξύ των ασθενών και περίπου οι μισοί
είχαν ξεκινήσει τη μελέτη με ανεπάρκεια. Όλοι οι ασθενείς που πήραν βιταμίνη D
πάντως διπλασίασαν την ποσότητα της βιταμίνης στο αίμα τους, ενώ δεν συνέβη
κάτι ανάλογο στην ομάδα ελέγχου.
«Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι τα συμπληρώματα
βιταμίνης D μπορούν να σταθεροποιήσουν τη σοβαρότητα της νόσου Πάρκινσον στους
ασθενείς που είναι φορείς των μεταλλάξεων FokI CT and TT», υπογραμμίζουν οι
συγγραφείς της μελέτης.
Αλλά θα πρέπει να απαντηθούν ερωτήματα όπως αν βιταμίνη
συντέλεσε σε βελτίωση της συμπτωματολογίας της νόσου ή οι ίδιοι οι ασθενείς
παρουσίασαν βελτίωση σε δείκτες όπως η ισορροπία και ο συντονισμός των κινήσεων.