Νέα κύτταρα από βλαστοκύτταρα που επιβιώνουν μετά το θάνατο

Νέα κύτταρα από βλαστοκύτταρα που επιβιώνουν μετά το θάνατο

Ορισμένα βλαστοκύτταρα παραμένουν σε φάση ύπνωσης σε ένα νεκρό οργανισμό για περισσότερες από δύο εβδομάδες και είναι δυνατό, στη συνέχεια, να αναζωογονηθούν, ώστε να αρχίσουν και πάλι να διαιρούνται και να πολλαπλασιάζονται, δημιουργώντας νέα εξειδικευμένα λειτουργικά κύτταρα, σύμφωνα με μια νέα γαλλική επιστημονική έρευνα.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Φαμπρίς Κρετιέν, καθηγητή του Ινστιτούτου Παστέρ, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό «Nature Communications», ανακοίνωσαν ότι βλαστικά κύτταρα από σκελετικούς μυϊκούς ιστούς μπορούν να επιβιώσουν για 17 μέρες μετά τον θάνατο ενός ανθρώπου και για 16 μέρες μετά τον θάνατο ενός ποντικιού, πολύ περισσότερο από τις μία έως δύο μέρες που έως τώρα θεωρείτο εφικτό.

Η ανακάλυψη αναδεικνύει τις εντυπωσιακές δυνατότητες των βλαστοκυττάρων να αναγεννούν κατεστραμμένο ιστό, καθώς, ακόμα και μετά τον θάνατο του οργανισμού, τα κύτταρα αυτά που επιβιώνουν, έχουν διατηρήσει την ικανότητά τους να πολλαπλασιάζονται και να διαφοροποιούνται σε εξειδικευμένα μυϊκά κύτταρα και πάλι.

Όπως διαπίστωσαν οι Γάλλοι επιστήμονες, τα βλαστικά κύτταρα, μετά τον θάνατο του οργανισμού, μειώνουν σημαντικά τη μεταβολική δραστηριότητά τους και εισέρχονται σε φάση «ύπνωσης», στην οποία καταναλώνουν πολύ λιγότερη ενέργεια, καταφέρνοντας έτσι να διατηρηθούν στη ζωή για μέρες.

Οι ερευνητές πήραν, επίσης, βλαστικά κύτταρα από τον μυελό των οστών, όπου παράγονται τα κύτταρα του αίματος και διαπίστωσαν ότι αυτά παραμένουν εν ζωή για τέσσερις μέρες μετά τον θάνατο των πειραματόζωων, διατηρώντας σε όλο αυτό το διάστημα την ικανότητά τους να αναγεννούν ιστούς, μετά τη λήψη του σχετικού μοσχεύματος από τον μυελό.

«Λαμβάνοντας βλαστικά κύτταρα από τον μυελό των οστών δωρητών με τη συγκατάθεσή τους μετά θάνατον, οι γιατροί θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν σε ένα βαθμό την έλλειψη ιστών και κυττάρων», λένε οι ερευνητές. Πάντως, οι Γάλλοι επιστήμονες εμφανίστηκαν συγκρατημένοι και, όπως είπαν, αν και τα ευρήματά τους είναι «πολλά υποσχόμενα», θα πρέπει να επιβεβαιωθούν με νέες μελέτες, προτού γίνουν δοκιμές σε ανθρώπους.

 

Πηγή:ΑΜΠΕ