Παιδική σχιζοφρένεια
Η
σχιζοφρένεια ανήκει στις ψυχωσικές διαταραχές και συνήθως κάνει την πρώτη της εμφάνιση
στο τέλος της εφηβείας ή στη νεαρή ενήλικη ζωή (γύρω στα 20 έτη). Παρόλα αυτά, τα τελευταία χρόνια έχουν αναφερθεί
περιπτώσεις παιδιών με συμπτώματα σχιζοφρένειας. Η παιδική σχιζοφρένεια θεωρείται
σοβαρότερη μορφή σε σχέση με αυτή των ενηλίκων, ενώ τα συμπτώματά της σπάνια υποχωρούν
με το πέρασμα του χρόνου. Παλιότερα, ο όρος «παιδική σχιζοφρένεια» αναφερόταν σε μια ευρεία κατηγορία παιδιών
που αντιμετώπιζαν αναπτυξιακές διαταραχές (π.χ. αυτισμός). Στις μέρες μας γίνεται
διάκριση ανάμεσα στις αναπτυξιακές διαταραχές και την σχιζοφρένεια, η οποία θεωρείται
ότι συνδέεται με αυτή των ενηλίκων. Ο αυτισμός διαφέρει σε δύο κύρια σημεία
από την παιδική σχιζοφρένεια: 1. ο αυτισμός εμφανίζεται ήδη από την βρεφική ηλικία,
ενώ η σχιζοφρένεια μετά τα 6 και 2. ο αυτισμός συνήθως συνδέεται με νοητική υστέρηση,
ενώ η σχιζοφρένεια όχι. Η παιδική σχιζοφρένεια, παρά τη σπανιότητα της,
έχει αποκτήσει μεγάλο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια και έχει αποτελέσει αντικείμενο
ερευνών. Ο λόγος αυτού του ενδιαφέροντος είναι ότι η πολύ πρώιμη έναρξη της διαταραχής
θα μπορούσε να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την αιτιολογία της εμφάνισης της σχιζοφρένειας
και την αναπτυξιακή της πορεία.
Η
έναρξη της παιδικής σχιζοφρένειας είναι ύπουλη. Τα συμπτώματα εμφανίζονται
σταδιακά και αποδιοργανώνουν το παιδί. Εκείνο αρχίζει να φέρεται παράξενα,
ενώ για να εμφανιστεί η πλήρης εικόνα της μπορεί να περάσουν μήνες ή χρόνια.
Σπανιότερα, εμφανίζεται απότομα σε ένα παιδί, που μέχρι πρότινος φερόταν
φυσιολογικά. Το παιδί μπορεί να ακούει φωνές που δεν υπάρχουν. Πρόκειται για
φωνές αγνώστων ατόμων που, στις περισσότερες φορές, του ζητάνε να κάνει κάτι (συνήθως
αρνητικό). Άλλα παιδιά βλέπουν πράγματα που δεν υπάρχουν (σκελετούς, τρομακτικά
πρόσωπα, ζώα, τέρατα). Τα μεγαλύτερα παιδιά βλέπουν εικόνες με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι ψευδαισθήσεις, σαν τις παραπάνω, μπορεί να εμφανίσει
περιστασιακά κι ένα φυσιολογικό παιδί, μετά από ένα τραυματισμό στο κεφάλι
ή όταν έχει ψηλό πυρετό κ.λ.π. Περισσότερα από τα μισά παιδιά με σχιζοφρένεια νομίζουν
ότι κάποιοι τα κυνηγούν, γιατί θέλουν να τα βλάψουν ή ότι τα ίδια είναι παντοδύναμα. Όσο
μεγαλώνουν, τόσο πιο οργανωμένο γίνεται το παραλήρημα τους. Επιπλέον, βιώνουν
αρνητικά συναισθήματα, ενώ η σκέψη τους εμφανίζει δυσκολίες (μεταπηδούν εύκολα από
το ένα θέμα στο άλλο χωρίς εμφανή σύνδεση μεταξύ τους ή να χρησιμοποιούν
λέξεις που δεν υπάρχουν). Τα παιδιά αυτά έχουν περιορισμένες κοινωνικές δεξιότητες
(δεν κάνουν εύκολα φιλίες και συνήθως είναι απομονωμένα). Συχνά έχουν
ιστορικό καθυστερημένης γλωσσικής και κινητικής ανάπτυξης, ενώ δεν τα καταφέρνουν
στο σχολείο αν και έχουν φυσιολογική νοημοσύνη. Μπορεί να κλαίνε και να
φωνάζουν, χωρίς κάποιο προφανή λόγο, να γίνονται επιθετικά, να καταστρέφουν
αντικείμενα κ.λ.π.
Σύμφωνα
με το DSM-IV για να δοθεί η διάγνωση της παιδικής
σχιζοφρένειας πρέπει δύο τουλάχιστον από τα βασικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας
να είναι παρόντα για τουλάχιστον ένα μήνα και για τουλάχιστον έξι μήνες να είναι
παρόντα είτε στην κανονική τους είτε στην εξασθενημένη τους μορφή. Τα συμπτώματα αυτά είναι:
παραληρητικές ιδέες (πρόκειται
για επίμονες σκέψεις και πεποιθήσεις που δεν βασίζονται στη λογική και τις οποίες
το άτομο πιστεύει ακράδαντα π.χ. ότι είναι σούπερ ήρωας),
ψευδαισθήσεις (ακουστικές π.χ.
ακούν φωνές ή οπτικές π.χ. βλέπουν ένα φάντασμα),
αποδιοργανωμένος λόγος (π.χ.
ασύνδετες μεταξύ τους φράσεις),
αποδιοργανωμένη συμπεριφορά
(π.χ. παράξενες χειρονομίες και εκφράσεις προσώπου) και
αρνητικά συμπτώματα (π.χ. τάσεις
αυτοκτονίας, κατάθλιψη).
Τα
παραπάνω συμπτώματα προκαλούν έκπτωση της λειτουργικότητας του παιδιού σε όλα τα
επίπεδα της ζωής του (διαπροσωπικές σχέσεις, σχολείο κ.τ.λ.).
Τα
ίδια κριτήρια ορίζονται και για την σχιζοφρένεια των ενηλίκων, κάτι το οποίο βοηθάει
στην παρακολούθηση της εξέλιξης της διαταραχής. Παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποια μειονεκτήματα.
Αρχικά, οι παραληρητικές ιδέες και οι ψευδαισθήσεις είναι δύσκολο να εντοπιστούν
πριν την ηλικία των 7 ετών (συχνό φαινόμενο, άλλωστε, είναι τα παιδιά να έχουν κάποιο
φανταστικό φίλο στο πλαίσιο της ομαλής τους ανάπτυξης). Επίσης, το γεγονός πως δεν
υπάρχουν αναπτυξιακά προσαρμοσμένα κριτήρια ενδέχεται να μας οδηγήσει στον αποκλεισμό
κάποιων περιπτώσεων που παρουσιάζουν τις πρώιμες ενδείξεις, αλλά θα εμφανίσουν σχιζοφρένεια
στην πλήρη της μορφή μόνο κατά την ενηλικίωση.
Όσον
αφορά την αιτιολογία, σημαντικό ρόλο παίζουν οι βιολογικοί παράγοντες (αν και
δεν έχει βρεθεί ακόμα κάποιο συγκεκριμένο γονίδιο που να σχετίζεται με την
σχιζοφρένεια). Η κληρονομικότητα φαίνεται να παίζει και αυτή ρόλο, ενώ έχει παρατηρηθεί
ότι στις οικογένειες των παιδιών με σχιζοφρένεια συχνά υπάρχουν διάφορα προβλήματα,
όπως π.χ. κακές συζυγικές σχέσεις. Το αρνητικό κλίμα στην οικογένεια,
όπως είναι αναμενόμενο, επηρεάζει αρνητικά την πορεία της σχιζοφρένειας.
Η
σχιζοφρένεια, όπως προανέφερα, είναι μια εξαιρετικά σπάνια διαταραχή. Υπολογίζεται
ότι 1 στα 40.000 παιδιά μπορεί να την εμφανίσει, σε αντίθεση με τους ενήλικες που
είναι 1 προς 100. Η αναλογία αγοριών-κοριτσιών είναι 2 προς 1, σε βάρος των αγοριών.
Συνήθως για πρώτη φορά εντοπίζεται στα 7 έτη, ενώ εξαιρετικά σπάνια πριν τα 5 χρόνια.
Γενικά,
όσο καλύτερο ήταν το επίπεδο λειτουργικότητας του παιδιού πριν την σχιζοφρένεια,
τόσο καλύτερη θα είναι και η πρόγνωση. Σημαντικό ρόλο, βέβαια, παίζει η ηλικία
της έναρξης (όσο μικρότερη η ηλικία έναρξης τόσο χειρότερη η πορεία), η στήριξη
της οικογένειας προς το παιδί κι ο βαθμός ανάκτησης της λειτουργικότητας μετά
τη θεραπεία του αρχικού επεισοδίου. Παιδιά που είχαν κάποια αναπτυξιακή διαταραχή
ή μαθησιακή δυσκολία ή διαταραχή της συμπεριφοράς πριν την εμφάνιση της
σχιζοφρένειας, συνήθως έχουν πολύ κακή πρόγνωση. Η θεραπεία των παιδιών με
σχιζοφρένεια περιλαμβάνει τόσο φαρμακευτική αγωγή (για να ελεγχθούν οι ψευδαισθήσεις
και οι παραληρητικές ιδέες), αντίστοιχη με αυτή των ενηλίκων, όσο και παρεμβάσεις
στην οικογένεια και προγράμματα ειδικής αγωγής, ώστε να μπορεί να συνεχίσει
το παιδί το σχολείο (όταν αυτό είναι δυνατό).
Πηγή:www.iator.gr