Έκφραση του συναισθήματος του παιδιού & πρόληψη διαταραχών και συμπτωμάτων
Τριανταφυλλιά Χαρίλα,
Ψυχολόγος - ψυχοθεραπεύτρια
MSc Εργασιακή Υγεία
Ειδίκευση στη Συστημική -οικογενειακή ψυχοθεραπεία
Το συναίσθημα του παιδιού μπορεί να αποτελέσει πολύτιμη πληροφορία για το γονιό και η έκφρασή του
ευκαιρία για μοίρασμα, άνοιγμα και διαπαιδαγώγηση. Μπορεί να το αξιοποιήσει για
να έρθει πιο κοντά στο παιδί, αλλά και για να το εκπαιδεύσει σε κανόνες συμπεριφοράς.
Αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι το εξής: οι γονείς επιτρέπουν την
έκφραση οποιουδήποτε θετικού ή ευχάριστου συναισθήματος, αλλά δυσκολεύονται στην
έκφραση των αρνητικών συναισθημάτων των παιδιών τους, όπως είναι ο θυμός, η ζήλεια,
η λύπη, η αγωνία, το άγχος, η αγανάκτηση. Αυτά τους προκαλούν φόβο και κάποιες φορές
και αμηχανία. Οι λόγοι είναι πολλοί: ίσως, επειδή τα συναισθήματα αυτά συνήθως τα
συνοδεύει μια σύγκρουση, μια κρίση, ένα περιστατικό που δυσκολεύονται να το διαχειριστούν,
ίσως γιατί ούτε κι εκείνοι είχαν την ευκαιρία να τα εκφράσουν στους δικούς τους
γονείς και τους είναι άγνωστη επομένως και δύσκολη αυτή η διαδικασία, ίσως επειδή
δεν γνωρίζουν πραγματικά πώς να διαχειριστούν τα αρνητικά συναισθήματα των παιδιών
τους.
Η έκφραση όλων των συναισθημάτων και κυρίως των αρνητικών μπορεί
να λειτουργήσει πολλαπλά αν αξιοποιηθεί με τον κατάλληλο τρόπο. Μπορεί να γίνει
ευκαιρία για σωστή διαπαιδαγώγηση, για κοντινότητα και καλή σχέση και κυρίως να
λειτουργήσει προληπτικά για την εκδήλωση διάφορων διαταραχών και συμπεριφορών: διαταραχών
διατροφής, επιθετικότητας, εκρήξεων θυμού, ψυχοσωματικών συμπτωμάτων, φοβιών, απομόνωσης
κλπ.
Ένα παιδί μαθαίνει από τον κόσμο των μεγάλων: αν κάθε φορά που εκφράζει
το θυμό του γίνεται κάτι κακό ή βλέπει ότι στεναχωρεί τους γονείς του, εκείνη τη
στιγμή μαθαίνει ότι αυτό που κάνει δεν είναι καλό και θα προσπαθήσει να μην το ξανακάνει.
Κάθε φορά που νοιώθει θυμό, ζήλεια ή αγανάκτηση θα θυμάται την έγινε την προηγούμενη
φορά που το εξέφρασε και δεν θα το κάνει. Το αποτέλεσμα όμως δεν θα μείνει στη μη
έκφραση ενός αρνητικού συναισθήματος, αλλά θα συνεχίσει. Αυτό που έχει καταγράψει
είναι ότι κάθε φορά που νοιώθει κάτι «κακό» και μετά το εκφράζει γίνεται μια μικρή
καταστροφή, που για τον δικό του κόσμο αυτή η καταστροφή είναι τεράστια και σημαντική.
Εκείνη την ώρα το παιδί εκπαιδεύεται στο να παύει να νοιώθει κάποια από τα συναισθήματά
του, γιατί δεν ξέρει τι να τα κάνει. Όταν σε έναν άνθρωπο δεν επιτρέπονται όλα τα
συναισθήματα, αυτός ο άνθρωπος στερείται σε μεγάλο βαθμό την ελευθερία του. Και
τότε το λόγο παίρνουν οι διάφορες διαταραχές, οι ανάρμοστες συμπεριφορές και τα
ψυχοσωματικά συμπτώματα.
Είναι σημαντικό να γίνει ξεκάθαρο, ότι η πλήρης αποδοχή των συναισθημάτων των παιδιών δεν σημαίνει
αποδοχή όλων των συμπεριφορών. Το παιδί πρέπει να γνωρίζει και να κατανοεί σαφέστατα
τις συνέπειες της κακής συμπεριφοράς. Όμως, πρέπει τα παιδιά – και οι γονείς – να
αντιληφθούν ότι το να είναι θυμωμένα δε σημαίνει ότι έχουν κακό χαρακτήρα ή ότι
μισούν το πρόσωπο με το οποίο έχουν θυμώσει. Τα παιδιά θεωρούν ότι η κακή διάθεση
είναι συνώνυμη του κακού παιδιού. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το πρόβλημα δεν
είναι τα συναισθήματα τους, αλλά η κακή συμπεριφορά τους.
Κι ενώ όλο αυτό μπορεί να μοιάζει χρονοβόρο,
τελικά μάλλον εξοικονομεί χρόνο: γιατί έτσι δεν θα χρειαστεί να διαχειριστούμε μια
κρίση, αλλά ένα συναίσθημα, δεν θα χρειαστεί να προλάβουμε ή να σώσουμε ένα χαμό,
γιατί θα έχουμε αφιερώσει λίγα μόνο λεπτά να καταλάβουμε και να εξηγήσουμε.
Η συναισθηματική διαπαιδαγώγηση είναι μια τέχνη.
Μια τέχνη που πρέπει να διδαχτεί. Η μόνη δυσκολία κάποιου να τη διδάξει έγκειται
στο ότι μπορεί να μην την έχει διδαχτεί ο ίδιος. Αυτό όμως είναι και η γοητεία…
να μαθαίνουμε στα παιδιά μας την ίδια ώρα που μας μαθαίνουν κι εκείνα…