Καλύτερο έλεγχο της ρευματοειδούς αρθρίτιδας υπόσχεται η τοσιλιζουμάμπη
Καλύτερο έλεγχο της ρευματοειδούς αρθρίτιδας υπόσχεται η τοσιλιζουμάμπη
Η
μονοθεραπεία με τοσιλιζουμάμπη, υπερέχει έναντι της μονοθεραπείας με
ανταλιμουμάμπη στον έλεγχο των σημείων και συμπτωμάτων της ρευματοειδούς
αρθρίτιδας όσο και στην ποιότητα ζωής των ασθενών, σύμφωνα με στοιχεία που
δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο The Lancet.
«Η μελέτη ADACTA έδειξε ξεκάθαρα ότι η μονοθεραπεία με
τοσιλιζουμάμπη οδηγεί σε κλινικά σημαντική βελτίωση στην ενεργότητα της νόσου
συγκρινόμενη με την ανταλιμουμάμπη» σημειώνει ο καθηγητής Σεμ Γκαμπάι,
επικεφαλής του Τμήματος Ρευματολογίας του Πανεπιστημιακού
Νοσοκομείου της Γενεύης και κύριος συγγραφέας της μελέτης.
Βάσει των αποτελεσμάτων της μελέτης οι ασθενείς που έλαβαν
μονοθεραπεία με τοσιλιζουμάμπη, τον πρώτο βιολογικό παράγοντα που αναστέλλει
τον υποδοχέα της ιντερλευκίνης-6, εμφάνισαν μετά από 24 εβδομάδες σημαντική
μείωση του δείκτη DAS28 -μιας ειδικής μέτρησης της δραστηριότητας της νόσου- σε
σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν ανταλιμουμάμπη, ενώ είχαν περισσότερες
πιθανότητες να εμφανίσουν μεγαλύτερη βελτίωση του πόνου των αρθρώσεων και του
οιδήματος και βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Στην μελέτη ADACTA συμμετείχαν και ελληνικά ερευνητικά
κέντρα. «Η συγκεκριμένη μελέτη αποτελεί την πρώτη της κατηγορίας της που
συγκρίνει δυο βιολογικούς παράγοντες ως μονοθεραπεία στην αντιμετώπιση της
ρευματοειδούς αρθρίτιδας και αναδεικνύει υπεροχή ενός νεότερου έναντι ενός
παλαιότερου φαρμακου στον έλεγχο της νόσου προσφέροντας έτσι μεγαλύτερα οφέλη
σε συγκεκριμένους ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα» σημειώνει ο καθηγητής Πέτρος Π. Σφηκάκης, ερευνητής στη μελέτη ADACTA, στο Γενικό
Νοσοκομείο Αθηνών «Λαϊκό».
Η ADACTA είναι μια πολυκεντρική, τυχαιοποιημένη, διπλά-τυφλή,
φάσης IV μελέτη σύγκρισης δύο παράλληλων ομάδων: της ομάδας που έλαβε
τοσιλιζουμάμπη έναντι εκείνης που έλαβε ανταλιμουμάμπη και τα δύο ως
μονοθεραπεία, δηλαδή χωρίς μεθοτρεξατη ή άλλα τροποποιητικά της νόσου
αντιρρευματικά φάρμακα.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή 326 ενήλικων
ασθενών με σοβαρή ενεργή ρευματοειδή αρθρίτιδα, οι οποίοι εμφάνισαν είτε μη
ανοχή στη μεθοτρεξάτη ή στους οποίους δεν ενδείκνυται η συνέχιση της θεραπείας
με μεθοτρεξάτη. Επίσης, οι ασθενείς οι οποίοι συμμετείχαν στη μελέτη δεν είχαν
λάβει προηγουμένως βιολογική αγωγή για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι ένα χρόνιο, αυτοάνοσο,
φλεγμονώδες νόσημα που μπορεί να προσβάλει καθε άρθρωση. Οι αρθρώσεις
φλεγμαίνουν με συνέπεια τον πόνο και τη διόγκωσή τους, με σταδιακή απώλεια της
λειτουργικής ικανότητας των πασχόντων, λόγω της βλάβης που υφίστανται οι
χόνδροι και τα οστά.
Οι ασθενείς που πάσχουν από ενεργό ρευματοειδή αρθρίτιδα
αντιμετωπίζονται συνήθως με το συνδυασμό μεθοτρεξάτης και ενός βιολογικού
παραγόντα. Ωστόσο, κυρίως εξαιτίας εκδήλωσης δυσανεξίας στη μεθοτρεξάτη,
περίπου 1 στους 3 ασθενείς τελικά λαμβάνει τους βιολογικούς παράγοντες ως
μονοθεραπεία.