Η Ελλάδα ανάμεσα στις δέκα «βαρύτερες» χώρες στους υπερήλικες
Τη
συνολική βιομάζα του ενήλικου ανθρώπινου πληθυσμού της Γης, με άλλα λόγια πόσο
ζυγίζουν οι ενήλικες κάτοικοι του πλανήτη, υπολόγισαν για πρώτη φορά Βρετανοί
ερευνητές και την εκτίμησαν σε 287 εκατ. τόνους συνολικά (με βάση στατιστικά
στοιχεία του 2005, πράγμα που σημαίνει ότι στην πραγματικότητα το βάρος είναι
μεγαλύτερο, αφού στο μεταξύ ο πληθυσμός της Γης έχει αυξηθεί, ξεπερνώντας πια
τα επτά δισεκατομμύρια). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις η ανθρωπότητα είναι κατά 17
εκατ. τόνους υπέρβαρη, δηλαδή όσο περίπου το βάρος 170 αεροπλανοφόρων.
Μάλιστα η Ελλάδα
κατατάσσεται στην πρώτη δεκάδα των χωρών με την μεγαλύτερη ανθρώπινη βιομάζα
(βάρος κατοίκων) ανάλογα με τον πληθυσμό. Η χώρα με τους πιο «βαρείς» κατοίκους
στον κόσμο είναι οι ΗΠΑ και τη δεκάδα των «παχουλών» συμπληρώνουν το Κουβέιτ, η
Κροατία, το Κατάρ, η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Αργεντινή, το
Μπαχρέιν, το Τρινιντάντ και Τομπάγκο. Ως πιο «ελαφριά» χώρα εμφανίζεται το
Μπαγκλαντές και στη δεκάδα με τους πιο λεπτούς κατοίκους περιλαμβάνονται η Σρι
Λάνκα, το Βιετνάμ, η Ερυθραία, η Αιθιοπία, το Νεπάλ, η Β. Κορέα κ.α.
Οι επιστήμονες από τη
Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, που δημοσίευσαν τη σχετική
μελέτη στο ιατρικό περιοδικό «BMC Public Health», σύμφωνα με το BBC και το
«Science», υπολόγισαν ότι από τους 287 εκατ. τόνους, τα 15 εκατ. αντιστοιχούν
στους υπέρβαρους (δείκτης σωματικής μάζας πάνω από 25) και τα 3,5 εκατ. στους
παχύσαρκους (δείκτης σωματικής μάζας πάνω από 30). Ο δείκτης σωματικής μάζας
(ΒΜΙ) προκύπτει από τη διαίρεση του βάρους ενός ανθρώπου σε κιλά με το
τετράγωνο του ύψους του σε μέτρα. Σήμερα πάνω από ένα δισεκατομμύριο κάτοικοι
της Γης θεωρούνται υπέρβαροι. Σύμφωνα με τους βρετανούς επιστήμονες, η αύξηση
του πάχους παγκοσμίως μπορεί να έχει την ίδια επίπτωση στο περιβάλλον με ένα
δισεκατομμύριο έξτρα κατοίκους.
Η μέση σωματική μάζα
-δηλαδή το μέσο βάρος ενός κατοίκου του πλανήτη- διαμορφώνεται σε 62 κιλά, ενώ το ρεκόρ μέσου
βάρους ανά κάτοικο έχει η Βόρεια Αμερική με 80,7 κιλά, προφανώς
εξαιτίας των πολλών κατοίκων της με βάρος πάνω από το κανονικό. Η Β. Αμερική,
αν και έχει μόνο το 6% του παγκόσμιου πληθυσμού, κατέχει το 34% της παγκόσμιας
βιομάζας (δηλαδή του συνολικού βάρους των ενηλίκων ανθρώπων του πλανήτη).
Αντίθετα, στην Ασία, που έχει το 61% του παγκόσμιου πληθυσμού, αντιστοιχεί
μόλις το 13% του παγκόσμιου βάρους.
Στην Ευρώπη, η συνολική
ανθρώπινη βιομάζα διαμορφώνεται σε 42,9 εκατ. τόνους και το μέσο βάρος ανά
ενήλικο σε 70,8 κιλά.
Το ποσοστό των υπέρβαρων είναι 55,6% έναντι 73,9% στη Βόρεια Αμερική και 34,7% του
παγκόσμιου μέσου όρου. Οι πιο μικρόσωμοι και αδύνατοι κάτοικοι του πλανήτη ζουν
στην Ασία (μέσο βάρος 57,7
κιλά) και στην Αφρική (60,7 κιλά ανά ενήλικο).
Σύμφωνα με τους ερευνητές,
η νέα μελέτη δίνει έμφαση σε μία παράμετρο που έχει υποτιμηθεί ως τώρα: ότι δεν
αρκεί να εστιάζει κανείς στην εξέλιξη του πληθυσμού, αλλά πρέπει να
συνυπολογίζει και τη βιομάζα (το βάρος), αν θέλει να διαμορφώσει μια πιο πλήρη
άποψη για την οικολογική επίπτωση που έχει στο περιβάλλον κάθε βιολογικό είδος,
ιδίως το ανθρώπινο.
Όπως τόνισαν οι
επιστήμονες, οι ενεργειακές απαιτήσεις κάθε είδους -και των ανθρώπων- δεν
εξαρτώνται μόνο από τον αριθμό, αλλά και από τη μέση μάζα κάθε ατόμου του
είδους. Όσο πιο μεγάλη είναι η συνολική μάζα ενός είδους, όπως του ανθρώπινου,
τόσο μεγαλύτερες είναι οι απαιτήσεις του για κατανάλωση ενέργειας, άρα για
κατανάλωση τροφής από την οποία λαμβάνεται αυτή η ενέργεια. Ακόμα και σε
συνθήκες ανάπαυσης, ένα μεγαλύτερο σώμα καίει περισσότερη ενέργεια.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις
του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ο παγκόσμιος πληθυσμός θα φθάσει τα 8,9
δισεκατομμύρια. Αν αυτή η αύξηση του πληθυσμού συνδυαστεί με την αύξηση του
βάρους του μέσου κατοίκου της Γης, τότε, σύμφωνα με τους ερευνητές, η απειλή
για τη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος αυξάνεται.
«Αν δεν αντιμετωπίσουμε
ταυτόχρονα τον υπερπληθυσμό και το πάχος, οι ελπίδες μας (ως είδος) είναι
λιγοστές», δήλωσε ο καθηγητής Ίαν Ρόμπερτς. Η διαπίστωση αυτή θυμίζει την
προειδοποίηση που είχε απευθύνει στις αρχές του 19ου αιώνα ο βρετανός
οικονομολόγος Τόμας Μάλθους ότι η αύξηση του πληθυσμού τελικά θα ξεπεράσει την
προσφορά τροφίμων, με τελική συνέπεια να πεινάσει η ανθρωπότητα κάποια στιγμή.
Αν και η «πράσινη
επανάσταση», χάρη στην αγροτική τεχνολογία του 20ού αιώνα (λιπάσματα,
εντομοκτόνα, άρδευση, εκμηχάνιση γεωργίας κ.α.) διέψευσε τον Μάλθους και κάθε
άλλη κατοπινή «Κασσάνδρα», η απειλή της έλλειψης τροφίμων για όλη την
ανθρωπότητα επανέρχεται στο προσκήνιο κατά τον 21ό αιώνα, επειδή συνεχίζει να
αυξάνεται ραγδαία ο παγκόσμιος πληθυσμός (και να παχαίνει!), καθώς επίσης να
γίνεται όλο και πιο εύθραυστη η κατάσταση των οικοσυστημάτων λόγω και της
επιδεινούμενης κλιματικής αλλαγής.
Πηγή: ΑΜΠΕ