Δύσκολη η πρόσβαση των ασθενών με σπάνιες παθήσεις στη θεραπεία
Πολλά εμπόδια
αντιμετωπίζουν οι Έλληνες πάσχοντες από σπάνιες παθήσεις στην πρόσβασή τους στην
κατάλληλη θεραπεία, η ένταξη των «ορφανών φαρμάκων» στη θετική λίστα των
φαρμάκων γίνεται με καθυστέρηση, ενώ πολλοί εξ αυτών αναγκάζονται να πληρώνουν
από την τσέπη τους τη θεραπεία.
Με
αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Σπανίων Παθήσεων (28/2),
η Επιστημονική Εταιρεία Σπανίων Παθήσεων και Ορφανών Φαρμάκων (ΕΕΣΠΟΦ) κατά τη
διάρκεια συνέντευξης τύπου που παραχώρησε αναφέρθηκε στα καθημερινά προβλήματα
που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες από σπάνιες παθήσεις στην Ελλάδα.
Οι Έλληνες ασθενείς υπολογίζονται σε ένα εκατομμύριο
περίπου και παρότι ανήκουν στην κατηγορία των χρονίως πασχόντων αναγκάζονται να
καλύπτουν μόνοι τους το θεραπευτικό κόστος, ενώ πολλοί ταλαιπωρούνται λόγω της
μείωσης των προϋπολογισμών των νοσοκομείων και του μηνιαίου πλαφόν της
συνταγογράφησης. Επιπλέον, πολλοί βιώνουν την αγωνία ότι αν και μπορεί να είναι
διαγνωσμένοι με σπάνια πάθηση, δεν είναι σίγουρο πως υπάρχει η θεραπεία που θα βελτιώσει την ποιότητα
ζωής τους ή και θα τους κρατήσει στη ζωή.
«Ένα σημαντικό
πρόβλημα είναι η καθυστέρηση πρόσβασης των Ελλήνων ασθενών στις καινοτόμες
θεραπείες, λόγω της μεγάλης καθυστέρησης που υπάρχει στην έκδοση της θετικής
λίστας. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων έχει εγκρίνει ήδη από το 2010 μία
σειρά από ορφανά
φάρμακα τα οποία δεν έχουν, όμως, διατεθεί ακόμη στη χώρα μας,
με αποτέλεσμα χιλιάδες ασθενείς με σπάνιες παθήσεις να βρίσκονται σε κίνδυνο για
τη ζωή τους», εξηγεί η πρόεδρος του Συλλόγου για την Κυστική Ίνωση,
Αγγελική Πρεφτίτση.
Αξίζει
να σημειωθεί ότι στις ΗΠΑ, είναι εγκεκριμένα περίπου 243 φάρμακα από το 1983,
αλλά στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθυστέρησε να δημιουργηθεί ένα ανάλογο περιβάλλον
για την παραγωγή των σκευασμάτων. Η αρμόδια Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού
Φαρμάκων δημιουργήθηκε το 2000 και έκτοτε έχει δεχθεί 1.235 αιτήσεις και στον
μέχρι πρότινος ανηρτημένος κατάλογο του υπάχουν 75 «ορφανά» φάρμακα. Στην
Ελλάδα επισήμως κυκλοφορούν μόνο τα 43. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλα 11 που
εισάγονται μέσω του ΙΦΕΤ, διότι οι παρασκευάστριες εταιρίες δεν
δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Και φυσικά όλα τα υπόλοιπα δεν κυκλοφορούν
καθόλου στη χώρα μας.
Το μέσο ετήσιο κόστος θεραπείας ανά πάσχοντα από σπάνια νόσο, ανέρχεται στην
Ευρώπη στα 32.500 ευρώ. Λόγω της μικρής συχνότητας των νοσημάτων ωστόσο, η
φαρμακευτική δαπάνη για τις σπάνιες νόσους δεν ξεπερνά το 4% της συνολικής
φαρμακευτικής δαπάνης.
Παρά
το γεγονός ότι στο 7ο ευρωπαϊκό πλαίσιο, οι σπάνιες παθήσεις έχουν
χαρακτηριστεί ως πρώτη προτεραιότητα της ΕΕ (και αυτό γιατί, αν μια σπάνια
πάθηση μείνει αθεράπευτη το κόστος για το κράτος είναι πολύ μεγαλύτερο από το
να την θεραπεύσει), η Ελλάδα δεν διαθέτει ακόμα εθνικό πλαίσιο κινήτρων για την
κυκλοφορία και διάθεση ορφανών φαρμάκων, όπως ορίζεται από τους ευρωπαϊκούς
κανονισμούς.
«Όταν
μιλάμε για 'σπάνιες παθήσεις' αναφερόμαστε σε ένα ευρύ φάσμα παθήσεων, που η
κάθε μία αφορά εξαιρετικά μικρό αριθμό πασχόντων. Το γεγονός, ωστόσο, ότι οι
σπάνιες παθήσεις είναι 6.000 έως 8.000, ανεβάζει σημαντικά τον συνολικό αριθμό
των πασχόντων. Εκτιμάται ότι σήμερα στην Ελλάδα οι 'σπάνιοι ασθενείς'
ανέρχονται σε σχεδόν ένα εκατομμύριο», επισημαίνει ο πρόεδρος της ΕΕΣΠΟΦ,
καθηγητής Πνευμονολογίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Δημοσθένης
Μπούρος.
Ουσιαστικά,
οι σπάνιες παθήσεις αφορούν νόσους που αποδίδονται σε γονιδιακές αλλοιώσεις με
σημαντική πιθανότητα κληρονομικής μετάδοσής τους, οι οποίες οδηγούν σε αυξημένη
νοσηρότητα, μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης και ανάγκη για συνεχή θεραπεία.
«Λόγω της σπανιότητάς τους, πολλά από τα νοσήματα αυτά δεν είναι γνωστά στον
ιατρικό κόσμο. Ένας γιατρός μπορεί να έχει διδαχθεί ορισμένα από αυτά στην
Ιατρική Σχολή, αλλά να μην τα έχει συναντήσει στην καθημερινή πράξη. Έτσι, σε
ορισμένες περιπτώσεις η διάγνωση μίας σπάνιας πάθησης, μπορεί να γίνει έπειτα
από 10 ή 15 χρόνια», εξηγεί ο κ. Μπούρος.
Σύμφωνα
μάλιστα με έρευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τις Σπάνιες Παθήσεις, το 25%
των ασθενών χρειάστηκαν από 5 έως 30 χρόνια μέχρι να διαγνωστεί η ασθένεια. Στο
40% των ασθενών έγινε αρχικά λανθασμένη διάγνωση της νόσου και υποβλήθηκαν σε
λανθασμένη αγωγή, όπως χειρουργική επέμβαση ή ακόμη και ψυχιατρική θεραπεία.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης, πως υπάρχουν μόνο μερικές δεκάδες θεραπείες που
έχουν αναπτυχθεί.
Εντυπωσιακή
είναι και η επισήμανση των ειδικών σχετικά με το ψυχικό και συναισθηματικό
κόστος που έχει για τους ασθενείς η διαδικασία μέχρι τη διάγνωση. Σύμφωνα με
αναφορές, οι ίδιοι οι ασθενείς διαχειρίζονται ηπιότερα το γεγονός ότι δεν
υπάρχει θεραπεία για την διαγνωσμένη πάθησή τους, σε σχέση με την
συναισθηματική αναστάτωση που βιώνουν όλο το χρονικό διάστημα μέχρι να
διαγνωστεί η ασθένειά τους.
Συνεργασία ΕΕΣΠΟΦ - ΙΣΑ
Αντιλαμβανόμενοι την σοβαρότητα του ελλείμματος γνώσης
ως προς τις σπάνιες παθήσεις στην καθημερινή κλινική πρακτική, η ΕΕΣΠΟΦ και ο
Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών εδώ και περίπου έναν χρόνο έχουν ξεκινήσει μια κοινή
προσπάθεια ευαισθητοποίησης των ελλήνων γιατρών προς την ανίχνευση των ασθενών
με σπάνιο νόσημα και την έγκαιρη έναρξη της θεραπείας τους.
«Πρόκειται
για μια σειρά ενημερωτικών διαδικτυακών διαλέξεων και ηλεκτρονικών
φροντιστηρίων, που θα θέσουν διαφοροδιαγνωστικά προβλήματα, ώστε οι γιατροί μας
που αγωνίζονται στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας να μπορούν να αναγνωρίζουν και
να παραπέμπουν γρήγορα και σωστά τα περιστατικά προς τις αντίστοιχες
τριτοβάθμιες μονάδες διάγνωσης και θεραπείας. Προς αυτή την κατεύθυνση,
πιστεύουμε ότι η Πολιτεία πρέπει να έχει κεντρικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς
πιστοποίησης των Κλινικών και των Εργαστηρίων που αναλαμβάνουν τη διάγνωση και
τη θεραπεία των σπανίων παθήσεων, ενώ παράλληλα, πρέπει να γίνει
αναπροσδιορισμός των οριζόντιων περικοπών που υποχρεώνουν τους ασθενείς με
σπάνια νοσήματα να πληρώνουν πολλά από την τσέπη τους στη δωρεάν υγεία, καθώς
και να βρεθεί λύση για τους εκατοντάδες ανασφάλιστους ασθενείς με σπάνια
νοσήματα που είναι αποκλεισμένοι και από τη διάγνωση και από τη θεραπεία»,
εξηγεί ο πρόεδρος του ΙΣΑ, Γιώργος Πατούλης.
Επιτακτική ανάγκη η δημιουργία περισσότερων Κέντρων Αναφοράς
Ο γενικός γραμματέας της ΕΕΣΠΟΦ, Αντώνης
Αυγερινός, αναφερόμενος στα Κέντρα Αναφοράς για τις σπάνιες παθήσεις στη χώρα
μας λέει χαρακτηριστικά ότι «υπάρχει η ανάγκη να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα.
Η διαμόρφωση ενός Νομικού Πλαισίου που δεν θα αποτελεί τροχοπέδη στην δημιουργία
περισσοτέρων Κέντρων Αναφοράς, θα δώσει τη δυνατότητα στους ασθενείς με σπάνιες
παθήσεις να μπορούν να διαγνωστούν ευκολότερα και πιο έγκαιρα, με παράλληλα
οφέλη για το σύστημα υγείας. Είναι χαρακτηριστικό, πως στην Ελλάδα, ενώ
εκτιμάται πως οι 'σπάνιοι ασθενείς' είναι περίπου ένα εκατομμύριο, μόνο μερικές
εκατοντάδες από αυτούς έχουν διαγνωστεί.»
Από την πλευρά
του, ο επικεφαλής της Επιτροπής Ορφανών Φαρμάκων του Συνδέσμου Φαρμακευτικών
Επιχειρήσεων Ελλάδος, Δρ Χρήστος Δάκας, αναφερόμενος στην ανάγκη εκπόνησης και
υλοποίησης ενός εθνικού σχεδίου δράσης για τα σπάνια νοσήματα σημειώνει ότι
«μία εθνική στρατηγική ολοκληρωμένης προσέγγισης σχετικά με τις σπάνιες
παθήσεις, προωθεί την σταθερή, βιώσιμη και ολιστική διαχείριση των ασθενειών
αυτών, με σημαντικότατα οφέλη για όλους -την υγεία και την ποιότητα ζωής των σπάνιων
ασθενών, την εξοικονόμηση σημαντικών πόρων από το σύστημα υγειονομικής
περίθαλψης και την δημιουργία ενός σταθερού και προβλέψιμου περιβάλλοντος για
τις εταιρείες για την παροχή αυτών των υψηλού κόστους αλλά και αξίας για τους
ασθενείς, θεραπειών.»