Η σχέση των γονιών με παχύσαρκο παιδί
Στην προσπάθεια αντιμετώπισης της παιδικής παχυσαρκίας,
είναι κατ' αρχάς σημαντικό για το παιδί, προκειμένου να προλάβουμε την
απειθαρχία ή/και την αντίδρασή του, να αισθάνεται ότι βρίσκεται στην προσπάθεια
ελέγχου βάρους με τη θέλησή του και όχι καταναγκαστικά.
Ο ρόλος του
διαιτολόγου σε αυτή την περίπτωση δεν είναι απλά να δώσει οδηγίες. Θα πρέπει να
δουλέψει με το παιδί και τους γονείς, να τους «προπονήσει» και να τους βοηθήσει
να εντοπίσουν τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους το παιδί δεν
συμμορφώνεται. Σε περιπτώσεις απειθαρχίας, η αντίσταση του παιδιού δεν πρέπει
να αντιμετωπίζεται με διαμάχη. Αντιθέτως οι γονείς πρέπει να είναι ικανοί να
«γυρίσουν» την αντίσταση αυτή και να διοχετεύσουν την ένταση πιο αποδοτικά σε
κάτι καινούριο, κάνοντας το παιδί να σκεφτεί μόνο του μια νέα επιλογή χωρίς να
του την επιβάλλουν.
Οι γονείς, για να
μειώσουν την αντίσταση του παιδιού, πρέπει να δίνουν έμφαση ότι οι στόχοι είναι
προσωπικές επιλογές του παιδιού και ότι το ίδιο έχει τον έλεγχο, ενώ πολλές
φορές ίσως χρειαστεί να «κάνουν λίγο πίσω» και να ακολουθήσουν τον ρυθμό του
παιδιού. Επίσης, η αλλαγή του θέματος/προβλήματος που έχει προκαλέσει την
αντίσταση είναι ένας τρόπος για να αποφευχθούν εντάσεις. Η αρχική συμφωνία με
όσα λέει το παιδί αλλά στη συνέχεια η μεταφορά της συζήτησης προς άλλη
κατεύθυνση ή η τροποποίηση του νοήματος των όσων λέει το παιδί, είναι
στρατηγικές που μπορούν να ακολουθήσουν οι γονείς με στόχο τη μείωση της
αντίστασης.
Οι γονείς οφείλουν
να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους, να τους προτείνουν αλλαγές στις συνήθειές τους
(π.χ. παιχνίδι στο πάρκο, αντί για τηλεόραση) και να μην καταφεύγουν σε
απαγορεύσεις. Ο έλεγχος και η εποπτεία είναι απαραίτητοι, ωστόσο, η στάση του
γονέα προς το παιδί πρέπει να είναι διαλλακτική. Αν το παιδί αποστρέφεται μια
τροφή, ο γονέας πρέπει να του δίνει τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ άλλων
ισοδύναμων τροφών (π.χ. τυρί αντί για γιαούρτι, μέλι αντί για σοκολάτα).
Επίσης, σε
περίπτωση μη συμμόρφωσης και απειθαρχίας στις οδηγίες του διαιτολόγου, οι
γονείς δεν θα πρέπει να επιπλήττουν το παιδί. Παιδιά και γονείς μπορεί να
αισθανθούν απογοητευμένοι και αποθαρρυμένοι όταν δεν έχουν επιτύχει τους
προτεινόμενους στόχους. Καλό θα ήταν να συνειδητοποιήσουν ότι οι αλλαγές στις
συνήθειες δεν γίνονται από την μια μέρα στην άλλη. Ακόμα και μετά από μια μακρά
περίοδο σταθεροποίησης της συμπεριφοράς υπάρχει πιθανότητα εκτροπής σε μοντέλα
παλαιότερων συμπεριφορών, γι' αυτό οι νέες δεξιότητες απαιτούν συνεχή εξάσκηση
και πρακτική.
Για την
αποτελεσματικότερη επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί, ενδείκνυται οι γονείς
να διευκολύνουν την πρόσβαση των παιδιών σε ποιοτικές τροφές (π.χ. πλυμένα και
καθαρισμένα φρούτα και λαχανικά σε εμφανές μέρος που να μπορούν μόνα τους να τα
φθάσουν), να διαμορφώνουν τα χαρακτηριστικά και τη δομή των γευμάτων που προσφέρονται
στο παιδί, να τηρούν τα «οικογενειακά γεύματα» και να λειτουργούν ως πρότυπα.
Είναι σημαντικό,
τόσο ο διαιτολόγος όσο και οι γονείς, να λειτουργούν με ενσυναίσθηση
(συναισθηματική ταύτιση με το παιδί), με υπομονή, επιμονή και να ενισχύουν την
αυτοπεποίθηση του παιδιού. Το παιδί θα πρέπει να είναι υπεύθυνο των πράξεων του
χωρίς να νιώθει ότι λογοδοτεί σε κάποιον.
Θα πρέπει να
θυμόμαστε ότι η επαφή με ένα διαιτολόγο είναι για το παιδί κάτι καινούριο και
άγνωστο και για τον λόγο αυτό το παιδί μπορεί να αντιδράσει και να μη
συμμορφωθεί εύκολα με τις οδηγίες του ειδικού. Επίσης, στο πλαίσιο μιας
προσπάθειας απώλειας σωματικού βάρους σίγουρα θα υπάρξουν «παρεκκλίσεις», αλλά
«παρεκκλίνω δεν σημαίνει εγκαταλείπω». Αντιθέτως, οι «παρεκκλίσεις» είναι αναμενόμενες
και υποδηλώνουν ότι το παιδί χρειάζεται περισσότερη υποστήριξη.
Πηγή: mednutrition.gr