10 ερωτήσεις για τα χάπια της ευτυχίας

10 ερωτήσεις για τα χάπια της ευτυχίας

 

Aντικαταθλιπτικά θα χρειαστεί να πάρει τουλάχιστον ένας άνθρωπος στους δέκα, καθώς, σύμφωνα με τα επιδημιολογικά στοιχεία, το 10% του πληθυσμού θα νοσήσει από κατάθλιψη κάποια στιγμή στη ζωή του. Παρ’ όλα αυτά, το τοπίο γύρω από τα αντικαταθλιπτικά είναι μάλλον θολό και οι περισσότεροι έχουμε πάρα πολλές απορίες για το πότε τα χρειαζόμαστε, πόσο ασφαλή και αποτελεσματικά είναι, αν μπορεί να μας δημιουργήσουν άλλα προβλήματα… Για να λύσουμε τις απορίες μας, απευθυνθήκαμε στους ειδικούς.

1. Να τα πάρω ή όχι;

Ναι Αν εσείς νιώθετε ότι τα συμπτώματα σας «πνίγουν» και ο ψυχίατρος σας τα συνταγογραφήσει. Η κατάθλιψη είναι μια σοβαρή πάθηση που μπορεί να εμφανιστεί ακόμα και χωρίς συγκεκριμένο λόγο και που αναστατώνει απόλυτα την καθημερινότητα του ανθρώπου που υποφέρει. Αν υποφέρετε από κατάθλιψη, μπορεί να δυσκολεύεστε να κάνετε πράγματα που πριν θεωρούσατε φυσικά, όπως το να σηκωθείτε το πρωί από το κρεβάτι· μπορεί, επίσης, να επη-ρεαστεί η όρεξη και ο ύπνος σας. Οι σχέσεις με τους άλλους περιορίζονται σημαντικά. Μπορεί να βαριέστε αβάσταχτα και να μη σας ευχαριστεί τίποτα, να έχετε παράλογους φόβους και να νιώθετε ανασφάλεια. Είναι, τέλος, πιθανό να κάνετε «μαύρες» σκέψεις που μπορεί να φτάνουν ακόμα και μέχρι τη σκέψη της αυτοκτονίας…

Όχι Αν θέλετε μόνο να ξεπεράσετε μία δυσκολία. Αν νιώθετε στενοχωρημένοι, αγχωμένοι ή ακόμη και δυστυχισμένοι, δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι πάθατε και κατάθλιψη. Στην περίπτωση της κατάθλιψης, νιώθετε να «βυθίζεστε» (αίσθημα απελπισίας), ενώ στην «απλή» στενοχώρια διατηρείτε ακόμη έναν έλεγχο πάνω στα πράγματα. Στη δεύτερη περίπτωση, τα αντικαταθλιπτικά δεν θα είναι αποτελεσματικά. Ίσως μία μορφή ψυχοθεραπείας ή υποστηρικτικής επικοινωνίας με έναν καλό ψυχοθεραπευτή θα μπορούσε να βοηθήσει.

2. Θα νιώσω αμέσως καλύτερα;

Όχι Τα αντικαταθλιπτικά χρειάζονται ορισμένες εβδομάδες (2 με 8, ανάλογα με τον ασθενή, το φάρμακο και τη σοβαρότητα της κατάστασης) για να νιώσετε καλύτερα. Δεν πρέπει να περιμένετε θαύματα. Τα αντικαταθλιπτικά βοηθούν να βγείτε από τη «μαύρη τρύπα», αλλά δεν λύνουν όλα τα προβλήματα. Συχνά είναι απαραίτητη και η ψυχοθεραπεία, η λήψη και άλλων φαρμάκων (π.χ. αγχολυτικών) και επιπλέον η αντιμετώπιση των προβλημάτων που πιθανώς συνέβαλαν στην εκδήλωση της κατάθλιψης. Επίσης, η αλλαγή τρόπου ζωής, ο έλεγχος του στρες, τα ενδιαφέροντα, οι φίλοι, καθώς και η σωματική άσκηση βοηθούν στη βελτίωση της κατάστασης.

3. Μπορώ να τα παίρνω κάθε φορά που δεν νιώθω καλά;

Όχι Τα φάρμακα αυτά δεν συνιστώνται για περιστασιακή χρήση. Χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο ενός προγράμματος αντιμετώπισης της κατάθλιψης -το οποίο έχει σχεδιαστεί από τον ψυχίατρο και το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει και άλλες μεθόδους (π.χ. ψυχοθεραπεία). Τα αντικαταθλιπτικά δεν είναι φάρμακα όπως τα υπνωτικά ή τα αναλγητικά, που μπορεί να τα παίρνετε κάθε φορά που νιώθετε την ανάγκη.

4. Πώς επιδρούν στον οργανισμό μας;

Όταν κάποιος πάσχει από κατάθλιψη, στον εγκέφαλο δημιουργείται μια χημική ανισορροπία. Τα κυκλώματα που επιτρέπουν στους νευρώνες να επικοινωνούν μεταξύ τους δεν λειτουργούν σωστά και τα επίπεδα ορισμένων νευροδιαβιβαστών πέφτουν πολύ χαμηλά. Τα αντικαταθλιπτικά βοηθούν να επανέλθει η χαμένη αυτή ισορροπία. Τα φάρμακα της νέας γενιάς δρουν κυρίως πάνω στο νευροδιαβιβαστή σεροτονίνη, αυξάνοντας κατά κανόνα τις συγκεντρώσεις της στον εγκέφαλο.

5. Για πόσο διάστημα πρέπει να τα πάρω;

Αν και τα συμπτώματα της κατάθλιψης αντιμετωπίζονται συνήθως μέσα σε περίπου 4 εβδομάδες, έρευνες έχουν δείξει ότι η γρήγορη διακοπή των αντικαταθλιπτικών μπορεί να επαναφέρει τη συμπτωματολογία. Γι’ αυτό και πρέπει να συνεχίζεται η θεραπεία μέχρι τη συμπλήρωση 6 μηνών, σε ένα απλό επεισόδιο κατάθλιψης. Σε κάθε περίπτωση, ο αρμόδιος για τη θεραπεία είναι ο ειδικός ψυχίατρος. Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες χρειάζεται να παραταθεί με σχετική ασφάλεια η θεραπεία ακόμα και για χρόνια!

6. Υπάρχουν ανεπιθύμητες παρενέργειες;

Ναι Στην αρχή της θεραπείας, μπορεί να υπάρχουν ήπιες παρενέργειες από το στομάχι ή το έντερο, αλλά περνούν γρήγορα. Τα πρώτα αντικαταθλιπτικά, που εμφανίστηκαν τη δεκαετία του ’50, είχαν περισσότερες παρενέργειες και σήμερα χρησιμοποιούνται μόνο σε δύσκολες και ανθεκτικές περιπτώσεις (διότι παραμένουν ισχυρά και αποτελεσματικά). Στις περισσότερες περιπτώσεις πλέον προτιμούνται τα αντικαταθλιπτικά νέας γενιάς, που δεν δημιουργούν σοβαρά προβλήματα. Σε ποσοστό 10% επηρεάζουν τη λίμπιντο και την εκσπερμάτιση των ανδρών. Σπανιότερα, έχουν και άλλες ανεπιθύμητες παρενέργειες, που εμφανίζονται συνήθως στην αρχή της θεραπείας και, στη συνέχεια, συνήθως υποχωρούν (π.χ. άγχος, αδυναμία, ναυτία, ξηροστομία, ζαλάδα, εφίδρωση). Το σωματικό βάρος δεν επηρεάζεται συνήθως από τα αντικαταθλιπτικά νέας γενιάς.

7. Κινδυνεύω να εξαρτηθώ από τα αντικαταθλιπτικά;

Όχι Τα αντικαταθλιπτικά δεν ανήκουν στις εξαρτησιογόνους ουσίες και δεν προκαλούν αντοχή, με την έννοια ότι ένας άνθρωπος που τα παίρνει δεν τα συνηθίζει ώστε να χρειάζεται με την πάροδο του χρόνου να αυξάνει τη δόση για να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Επίσης, οι ασθενείς δεν παρουσιάζουν συμπεριφορά αναζήτησης της ουσίας (craving) μετά τη διακοπή της. Αυτό, αντίθετα, συμβαίνει με τις βενζοδιαζεπίνες (ηρεμιστικά-υπνωτικά), που πολλές φορές συνταγογραφούνται μαζί με τα αντικαταθλιπτικά. Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να σταματά κανείς τα αντικαταθλιπτικά απερίσκεπτα. Το 25% των ασθενών που σταματούν απότομα ορισμένα από τα νεότερα αντικαταθλιπτικά, μπορεί να βιώσουν δυσάρεστα συμπτώματα, όπως πονοκεφάλους, προβλήματα στον ύπνο, ναυτία, εκνευρισμό, πονοκέφαλο, ζαλάδα, ναυτία και άγχος. Γι’ αυτό και η θεραπεία πρέπει να σταματά σταδιακά και υπό την καθοδήγηση του ψυχιάτρου.

8. Υπάρχουν αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα, αλκοόλ, κάποια τρόφιμα κλπ.;

Ναι Τα αντικαταθλιπτικά μπορούν να αλληλεπιδράσουν με πολλά άλλα φάρμακα (τόσο στο συκώτι όσο και στον εγκέφαλο) και να επηρεάσουν τη λειτουργία τους. Αλληλεπιδρούν με άλλα αντικαταθλιπτικά, με αντιισταμινικά, με ορισμένα αντιβιοτικά και φάρμακα για την καρδιά και την υπέρταση. Γενικά, η ήπια χρήση αλκοόλ δεν αποτελεί πρόβλημα, αλλά οι μεγάλες ποσότητες θα πρέπει να αποφεύγονται διότι, εκτός των άλλων, το αλκοόλ προκαλεί το ίδιο κατάθλιψη. Όπως και με πολλά άλλα φάρμακα, έτσι και με ορισμένα αντικαταθλιπτικά (κυρίως τη σερτραλίνη) δεν πρέπει να πίνετε χυμό γκρέιπφρουτ, διότι μπορεί να αυξηθούν τα επίπεδα του φαρμάκου στο αίμα σας και να προκληθούν παρενέργειες.

9. Μπορώ να τα πάρω και για την αϋπνία;

Όχι Όμως, αν η αϋπνία είναι σύμπτωμα κατάθλιψης, μπορεί να βοηθήσουν. Άλλωστε, τα αντικαταθλιπτικά κάνουν αρκετό χρόνο για να δράσουν, ενώ στην αϋπνία χρειάζεται κάτι με άμεση δράση, όπως είναι οι βενζοδιαζεπίνες, ή ορισμένα νεότερα υπνωτικά που προκαλούν λιγότερη αντοχή και εξάρτηση.

10. Μπορεί ο γιατρός να μου τα «γράψει» κι ας μην έχω κατάθλιψη;

Ναι Τα αντικαταθλιπτικά πολλές φορές δίνονται μόνα τους ή σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα για αγχώδεις διαταραχές (π.χ. τη διαταραχή πανικού), το χρόνιο νευροπαθητικό πόνο, την επιλόχεια κατάθλιψη, τις διαταραχές πρόσληψης τροφής, το προεμμηνορρυσιακό δυσφορικό σύνδρομο, την ενούρηση και την έλλειψη προσοχής στα παιδιά, τις διαταραχές της όρεξης, τη διακοπή του καπνίσματος (βουπροπιόνη) ή της κοκαΐνης (δεσιπραμίνη), τον αλκοολισμό (σιταλοπράμη, βενλαφαξίνη), την αϋπνία και τον πονοκέφαλο, την πρόωρη εκσπερμάτιση και τις συναισθηματικές διαταραχές μετά από εγκεφαλικά επεισόδια.

Ειναι καταλληλα για παιδιά και έφηβους;

 

Ορισμένες έρευνες έχουν δείξει αύξηση της αυτοκτονικής διάθεσης σε εφήβους κατά τις πρώτες εβδομάδες της θεραπείας με αντικαταθλιπτικά. Γι’ αυτό, υπάρχει οδηγία από τους παγκόσμιους οργανισμούς φαρμάκων να δίνονται με προσοχή σε εφήβους και αυτοί να βρίσκονται υπό στενή παρακολούθηση. Επιπλέον, πειράματα σε ζώα έχουν δείξει ότι μπορεί τα εν λόγω φάρμακα να προκαλέσουν προβλήματα στη σεξουαλική ωρίμανση των παιδιών και των εφήβων. Γενικά, οι ειδικοί προτείνουν την ψυχοθεραπεία για τα παιδιά και τους εφήβους που παρουσιάζουν σημάδια κατάθλιψης, η οποία και φαίνεται να έχει πολύ καλά αποτελέσματα. Επίσης, προσοχή χρειάζεται όταν τα φάρμακα χορηγούνται σε ηλικιωμένους (άνω των 74 ετών) ή και σε ειδικές ομάδες που πάσχουν από στεφανιαία νόσο, σακχαρώδη διαβήτη κλπ.

 

 

Eυχαριστούμε για τη συνεργασία τον κ. Πέτρο Σκαπινάκη, επίκουρο καθηγητή της Ψυχιατρικής Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, και την κ. Χριστίνα Δάλλα, λέκτορα Φαρμακολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

Πηγή:www.vita.gr