ΧΑΠ: Ο σιωπηλός δολοφόνος που πρέπει να διαγνωστεί νωρίς και να αντιμετωπιστεί

ΧΑΠ: Ο σιωπηλός δολοφόνος που πρέπει να διαγνωστεί νωρίς και να αντιμετωπιστεί

Η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι μια από τις πιο ύπουλες αρρώστιες του ανθρώπου σήμερα. Προκαλεί 3 εκατομμύρια θανάτους ετησίως και έχει προσβάλει 300-400 εκατομμύρια παγκοσμίως. Το 2020 θα είναι η 3η αιτία θανάτου μετά τα καρδιαγγειακά επεισόδια.

Στοιχεία που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό CHEST (Tzanakis et al, CHEST 2004) έδειξαν ότι το 8,4% των Ελλήνων πάνω από 35 που καπνίζουν ή που έχουν καπνίσει στο παρελθόν πάσχουν από τη νόσο. Αυτό σημαίνει ότι 500.000 Ελληνες πάσχουν από τη νόσο. Δυστυχώς οι 300.000 από αυτούς δεν το γνωρίζουν.

 

Τι συμβαίνει αλήθεια στη Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια;

Η φλεγμονή που προκαλείται από το κάπνισμα αποφράσσει τους βρόγχους (τους αεραγωγούς με τους οποίους αναπνέουμε) και αποσαθρώνει κυριολεκτικά τους ιστούς των πνευμόνων όπως ένα σκουλήκι κατατρώγει ένα φρούτο.

Η βλάβη ξεκινά από τα 35 χρόνια και εξελίσσεται προοδευτικά, καταλήγοντας να καταστρέψει το 50-60% των πνευμόνων πριν αρχίσει ο ασθενής να έχει σοβαρά συμπτώματα. Στο σημείο αυτό ο ασθενής παθαίνει 2-3 κρίσεις επιδείνωσης, κρίσεις που τις λέμε παροξύνσεις που συνήθως οδηγούν σε νοσηλεία στο νοσοκομείο και βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή του. Αν ο ασθενής συνεχίσει να καπνίζει, να αγνοεί τα συμπτώματά του (βήχα, απόχρεμψη και λαχάνιασμα-δύσπνοια), η αρρώστια εξελίσσεται στην πιο προχωρημένη της μορφή.

Στο προχωρημένο στάδιο πια ο ασθενής δεν μπορεί να κάνει τις πιο απλές καθημερινές δουλειές, να αυτοεξυπηρετηθεί, να κοιμηθεί, να μετάσχει σε οικογενειακές διασκεδάσεις, να έχει σεξουαλική ζωή. Τελικά ο ασθενής ζει μια αναπηρική μορφή διαβίωσης καθηλωμένος στο σπίτι, ζώντας με τη βοήθεια οξυγόνου, απόλυτα εξαρτημένος από την οικογένειά του.

 

Τι προκαλεί

Η αρρώστια που εξελίσσεται στους πνεύμονες και προοδευτικά τους καταστρέφει δυστυχώς δεν παραμένει μόνο εκεί. Η νόσος έχει μια συστηματική επίδραση σε όλο τον οργανισμό. Τα φλεγμονώδη υποπροϊόντα που παράγονται στους πνεύμονες διαχέονται σε όλα τα όργανα μέσω της κυκλοφορίας του αίματος που υποχρεωτικά διέρχεται από τους πνεύμονες με κάθε καρδιακό παλμό. Δημιουργούν έτσι μια γενικευμένη φλεγμονή συμβάλλοντας στην εμφάνιση ή επιδείνωση όλων σχεδόν των νοσημάτων φθοράς όπως: οστεοπόρωση, στεφανιαία νόσος καρδιοπάθειες, μεταβολικό σύνδρομο, διαβήτη. Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια και επηρεάζει ιδίως ασθενείς με σιωπηλή ή διαγνωσμένη μικροαγγειοπάθεια, όπως ασθενείς με ισχαιμική καρδιακή νόσο, περιφερική αγγειοπάθεια, εγκεφαλική αγγειακή νόσο κ.λπ. Οι ασθενείς με ΧΑΠ έχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης επικίνδυνης ισχαιμικής καρδιακής ή εγκεφαλικής νόσου, με αποτέλεσμα την εκδήλωση θανατηφόρων εμφραγμάτων ή εγκεφαλικών επεισοδίων.

Είναι πλέον ευρέως αποδεκτό ότι η ΧΑΠ συνοδεύεται από χρόνιο φλεγμονώδες σύνδρομο που φαίνεται να έχει παρόμοιες επιδράσεις στα αγγεία με αυτές του μεταβολικού συνδρόμου.


Σπιρομέτρηση: η σωτήρια εξέταση

Ένας λοιπόν νυν ή τέως καπνιστής πρέπει να συμβουλευτεί τον ειδικό γιατρό, τον πνευμονολόγο εν προκειμένω, ο οποίος θα διαγνώσει την ΧΑΠ βασιζόμενος στο ιστορικό του καπνιστή αλλά και σε μία εξέταση της αναπνοής, την σπιρομέτρηση.

Ο πνευμονολόγος έχει εκπαιδευτεί να εκτελεί και να ερμηνεύει την σπιρομέτρηση ή τον υπόλοιπο εξειδικευμένο λειτουργικό έλεγχο της αναπνοής. Η εξέταση σπιρομέτρησης είναι ανώδυνη, αναίμακτη και μετρά μέσω ειδικής συσκευής, του σπιρομέτρου, τη λειτουργία των πνευμόνων. Ο ασθενής κάθεται αναπαυτικά έχοντας το στόμιο του σπιρομέτρου καλά μέσα στα χείλη του.

Αναπνέει ήρεμα και με το παράγγελμα του γιατρού παίρνει μία όσο το δυνατόν βαθύτερη εισπνοή και αφού γεμίσει τους πνεύμονές του αέρα, εκπνέει όσο πιο γρήγορα και δυνατά μπορεί για μερικά δευτερόλεπτα. Με την σπιρομέτρηση μετράμε αφενός την ποσότητα (τον όγκο) αέρα που μπορεί να εκπνεύσει ο εξεταζόμενος και αφετέρου την ταχύτητα με την οποία εκπνέεται ο αέρας από τους πνεύμονές του. Εάν αυτές οι τιμές μειωθούν κάτω από κάποια όρια, ο πνευμονολόγος θέτει την διάγνωση της ΧΑΠ.

Ο πνευμονολόγος, αν το κρίνει σκόπιμο μετά την διάγνωση, μπορεί να κάνει και άλλες γενικές ή ειδικές εξετάσεις προκειμένου να εκτιμήσει το στάδιο βαρύτητας, την επίπτωση της ΧΑΠ σε άλλα όργανα όπως η καρδιά, το μυϊκό σύστημα και την πιθανή ωφέλεια του ασθενή από τις φαρμακολογικές ή μη φαρμακολογικές θεραπευτικές μεθόδους που θα του συστήσει. Σήμερα έχουμε πολλές επιλογές παρέμβασης με εισπνεόμενα φάρμακα βρογχοδιασταλτικά (αντιχολινεργικά και β2 διεγέρτες) και αντιφλεγμονώδη (κορτικοστεροειδή). Επίσης υπάρχουν σήμερα αντιφλεγμονώδη φάρμακα υπό μορφή δισκίων (ροφλουμιλάστη) με σημαντική δράση στους παροξυσμούς της ΧΑΠ.

Μια σημαντική κατηγορία φαρμάκων αν και παραγνωρισμένη είναι τα βλεννολυτικά που αποτελούν αποτελεσματικό βοηθητικό θεραπευτικό μέσο στην ΧΑΠ, λόγω των βλεννολυτικών, βλεννοκινητικών και των αντιοξειδωτικών ιδιοτήτων τους (Αμβροξόλη και Ν-Ακετυλκυστεΐνη).

Η αμβροξόλη μάλιστα, που είναι το πιο δοκιμασμένο και αξιόπιστο βλεννολυτικό, λόγω πολυετούς ύπαρξης του στην αγορά, όπως έχουν δείξει πολλές μελέτες, έχει επιπρόσθετα αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, ενεργοποιεί την παραγωγή του surfactant, μειώνει την βρογχική υπεραντιδραστικότητα, αυξάνει τη διεισδυτικότητα των αντιβιοτικών στους ιστούς και λειτουργεί σαν τοπικό αναισθητικό στο φάρυγγα.

Συστήνονται στη απλή οξεία βρογχίτιδα, στην Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια στη διάρκεια παροξυσμών, στη σταθερή ΧΑΠ και ιδίως σε ασθενείς που δεν λαμβάνουν εισπνεόμενα στεροειδή, στις βρογχεκτασίες με χρόνιο παραγωγικό βήχα, ενώ πρόσφατα η χρήση τους επεκτάθηκε και σε άλλες ασθένειες όπως στην πνευμονική ίνωση, και στην κυστική ίνωση.

Ειδικότερα, στην ΧΑΠ, η χρήση των βλεννολυτικών και κυρίως της αμβροξόλης έχει σαν αποτέλεσμα την βελτίωση των συμπτωμάτων (μείωση βήχα, ευκολότερη αποβολή πτυέλων), καλύτερη ποιότητα ζωής και την μείωση του ρυθμού έκπτωσης της αναπνευστικής λειτουργίας.

Συμπερασματικά τα βλεννολυτικά είναι φάρμακα με μακρά παράδοση, με άριστο προφίλ ασφάλειας μακροχρόνιας χρήσης, θεραπευτικές δυνατότητες, που δεν έχουν αξιοποιηθεί κατάλληλα στην ΧΑΠ, αποδεδειγμένη παρέμβαση στην συχνότητα και βαρύτητα των παροξύνσεων και τέλος τεκμηριωμένη διευκόλυνση της απόχρεμψης και του βήχα, των δύο συνηθέστερων συμπτωμάτων στην ΧΑΠ.

health.in.gr