Τραυλισμός
Μπορεί να εµφανιστεί
και να «εξαφανιστεί» στην παιδική ηλικία. Μπορεί όμως να συνοδεύει κάποιον και εφ’
όρου ζωής. Τι σηµαίνει τραυλισµός στην ενήλικη ζωή και πώς µπορεί να αντιµετωπιστεί;
Ο τραυλισµός είναι
µια διαταραχή της επικοινωνίας κατά την οποία η ροή της οµιλίας διακόπτεται µε αποτέλεσµα
να µην υπάρχει οµαλή µετάβαση µεταξύ ήχων, συλλαβών και λέξεων. Συνήθως εµφανίζεται
στην παιδική ηλικία, όµως µπορεί να ταλαιπωρεί και ενήλικες, ειδικά αν δεν αντιµετωπιστεί
νωρίς.
Πότε και πως ξεκινάει;
O αναπτυξιακός
τραυλισµός εµφανίζεται στα πρώτα παιδικά χρόνια (µεταξύ 2 µε 5). Συνήθως, µεταξύ
2 και 3 χρόνων µπορεί να υπάρχουν υφέσεις και εξάρσεις (από έναν έως τέσσερις µήνες),
που όµως είναι καθαρά αναπτυξιακές. Το παιδί δηλαδή αυτή την περίοδο προσπαθεί να
οργανώσει το γλωσσικό του σύστηµα (σύνταξη, λεξιλόγιο, γραµµατική) ώστε να φτιάξει
έναν κώδικα.
Ακολούθως, ο τραυλισµός
µπορεί να µην ξαναεµφανιστεί (σε ποσοστό 50% έως 80% εξαλείφεται από µόνος του)
ή αντίθετα να εµφανιστεί ύστερα από έξι µήνες ή ένα χρόνο. Στην επανεµφάνιση το
παιδί ίσως να περνάει έναν «αναπτυξιακό κόµβο», αλλά οι γονείς θα πρέπει να προσέξουν
περισσότερο, καθώς µπορεί να αποτελεί ένδειξη ότι αναπτύσσεται τραυλισµός. Βέβαια,
δεν πρέπει να ανησυχούν αν το πρόβληµα δεν διαρκεί περισσότερο από έξι µήνες. Μετά
από αυτό το διάστηµα όµως θα πρέπει να απευθυνθούν σε λογοπαθολόγο.
Κρατάει για πάντα;
Ο τραυλισµός µπορεί
να γίνει χρόνιος συνοδεύοντας κάποιους ανθρώπους σε όλη τους τη ζωή. Αν όµως είναι
πολύ ήπιος και «δουλευτεί» σωστά στα πρώτα σχολικά χρόνια, υπάρχει δυνατότητα να
αντιµετωπιστεί αποτελεσµατικά. Ωστόσο µπορεί να επανεµφανιστεί. Ένας ενήλικας που
τραυλίζει θα τραύλιζε και ως παιδί και έφηβος, θα µπαινόβγαινε σε θεραπεία, θα είχε
υφέσεις και εξάρσεις, αλλά το πρόβληµα δεν αντιµετωπίστηκε ποτέ έτσι ώστε να ελέγχει
την οµιλία του επαρκώς. Πάντως και στους ενήλικες υπάρχει περιθώριο βελτίωσης (ο
τραυλισµός όµως παραµένει ως κατάσταση, αλλά ελεγχόµενη), αφού υπάρχει θεραπευτική
προσέγγιση η οποία είναι άµεση και στοχεύει στη διαµόρφωση της εύρυθµης οµιλίας
και στην τροποποίηση της δύσρυθµης.
Ο νευρογενής τραυλισµός
Στους ενήλικες
υπάρχει και η περίπτωση του νευρογενούς τραυλισµού, ο οποίος προέρχεται ύστερα από
βλάβη ή ασθένεια του κεντρικού νευρικού συστήµατος. Αυτός µπορεί να παρουσιαστεί
ύστερα από εγκεφαλικό, κρανιοεγκεφαλική κάκωση, ισχαιµικό επεισόδιο, όγκους - κύστες
- νεοπλασίες στον εγκέφαλο, εκφυλιστικές ασθένειες (π.χ. Πάρκινσον), άλλες ασθένειες
(όπως µηνιγγίτιδα, AIDS κ.ά.) και παρενέργειες κάποιων φαρµάκων.
Η θεραπεία γίνεται
από τον λογοθεραπευτή σε συνεργασία µε τον θεράποντα γιατρό.
Info
Άτοµα µε νευρογενή
τραυλισµό αλλά και ενήλικες που τραυλίζουν (σπάνια τα παιδιά) χρειάζονται συχνά
και βοήθεια από ψυχολόγο ώστε να αλλάξουν τη στάση και την αντίληψή τους (ενοχές,
άγχος) απέναντι στον τραυλισµό.
Μύθοι για τον
τραυλισµό
-Οι άνθρωποι που
τραυλίζουν δεν είναι έξυπνοι: δεν υπάρχει καµία σύνδεση µεταξύ τραυλισµού και νοηµοσύνης.
-Η νευρικότητα
προκαλεί τραυλισµό: δεν ισχύει κάτι τέτοιο και ούτε πρέπει να υποθέσουµε ότι οι
άνθρωποι που τραυλίζουν έχουν τάση να είναι νευρικοί, φοβισµένοι, ανήσυχοι ή ντροπαλοί.
-Ο τραυλισµός
µπορεί να µεταδοθεί µέσω της µίµησης ή ακούγοντας κάποιον άλλον να τραυλίζει: ο
τραυλισµός δεν «κολλάει». Κανείς δεν γνωρίζει τα ακριβή αίτιά του, αλλά οι έρευνες
δείχνουν ότι το οικογενειακό ιστορικό, η νευροµυϊκή ανάπτυξη και το περιβάλλον του
παιδιού παίζουν ρόλο στην έναρξή του.
-Βοηθάει να λέµε
σε κάποιον που τραυλίζει να πάρει µία αναπνοή πριν µιλήσει ή να σκεφτεί τι θέλει
να πει πρώτα: τέτοιου είδους πρακτικές χειροτερεύουν τον τραυλισµό του ατόµου. Η
πιο σωστή στάση είναι να το ακούµε προσεκτικά και να µιλάµε κι εµείς πιο αργά και
καθαρά.
-Το άγχος προκαλεί
τραυλισµό: το άγχος δεν είναι η αιτία, αλλά µπορεί να οξύνει το πρόβληµα. Οι παράγοντες
που εµπλέκονται στην εµφάνισή του είναι πιο σύνθετοι.
-Τα άτοµα που
τραυλίζουν πρέπει να παραπέµπονται στον ψυχίατρο ή στον ψυχολόγο για να αντιµετωπίσουν
το πρόβληµα: o τραυλισµός δεν είναι ψυχολογική διαταραχή, αλλά έχει νευρολογική
βάση. Ο ψυχολόγος µπορεί να βοηθήσει το άτοµο στην αντιµετώπιση των συναισθηµατικών
επιπτώσεών του, όχι όµως και στην αντιµετώπιση των λεκτικών και δευτερογενών συµπεριφορών.
Πηγή: myworld.gr