Σχολική επίδοση και ακοή. Τί πρέπει να γνωρίζουν οι γονείς;

Σχολική επίδοση και ακοή. Τί πρέπει να γνωρίζουν οι γονείς;


Βασιλική Ηλιάδου

ΩΡΛ-Ακουολόγος

Επίκουρη Καθηγήτρια Ψυχοακουστικής ΑΠΘ

 

Η εμπειρία των ακουστικών ερεθισμάτων στα βρέφη είναι κομβικής σημασίας για την επαρκή ανάπτυξη της γλώσσας και η επαρκής γλωσσική ανάπτυξη καθοριστική για την ανάγνωση. Η αλληλεπίδραση αυτή ξεκινάει από το 1 φτάνοντας στο 6 και αναδεικνύει μία τουλάχιστον από τις βασικές προϋποθέσεις για να οδηγηθεί το παιδί στην κατάκτηση της δεξιότητας της ανάγνωσης.

 

 

1. Εμπειρία σε ακουστικά ερεθίσματα

2. Φωνητικές κατηγορίες

3.Φωνολογικές διεργασίες

4. Λεκτική-σημασιολογική χρήση

5. Ανάπτυξη ομιλίας

6.Ανάγνωση και ανώτερες γλωσσικές δεξιότητες

 

 Η έκθεση στα ακουστικά ερεθίσματα πρέπει να ξεκινάει νωρίς και να είναι συχνή καθώς η πλήρης ωρίμανση της κεντρικής ακουστικής οδού είναι προϋπόθεση για την φυσιολογική ανάπτυξη της ομιλίας και των γλωσσικών ικανοτήτων στα παιδιά. Ανεξάρτητα αν έχουν απώλεια ακοής ή όχι. Αυτό σημαίνει πώς το παιδί γεννιέται με το βιολογικό υπόστρωμα για την ανάπτυξη της ομιλίας, το οποίο για να εκδηλωθεί θα πρέπει να υπάρχει και η παράλληλη ύπαρξη ακουστικών ερεθισμάτων. Αν αυτά τα ερεθίσματα απουσιάζουν (το παιδί δεν ακούει ομιλία ή άλλους ήχους) ή δεν γίνονται πλήρως και στο 100% αντιληπτά από το παιδί, η ανάπτυξη της ομιλίας παρουσιάζει διαταραχές.

 

  Σύγχρονες μελέτες δείχνουν πώς κατά την ανάπτυξη του εγκεφάλου η δομή της κεντρικής ακουστικής οδού επηρεάζεται και διαμορφώνεται με βάση τα ακουστικά ερεθίσματα. Συγκεκριμένα η απεικόνιση της κεντρικής ακουστικής οδού με λειτουργική μαγνητική τομογραφία αναδεικνύει μεγαλύτερη δραστηριότητα της όταν το παιδί ακούει με προσοχή ή διαβάζει.


Ακοή

Η έκθεση στα ακουστικά ερεθίσματα πρέπει να ξεκινάει νωρίς και να είναι συχνή καθώς η πλήρης ωρίμανση της κεντρικής ακουστικής οδού είναι προϋπόθεση για την φυσιολογική ανάπτυξη της ομιλίας και των γλωσσικών ικανοτήτων στα παιδιά. Ανεξάρτητα αν έχουν απώλεια ακοής ή όχι. Αυτό σημαίνει πώς το παιδί γεννιέται με το βιολογικό υπόστρωμα για την ανάπτυξη της ομιλίας, το οποίο για να εκδηλωθεί θα πρέπει να υπάρχει και η παράλληλη ύπαρξη ακουστικών ερεθισμάτων. Αν αυτά τα ερεθίσματα απουσιάζουν (το παιδί δεν ακούει ομιλία ή άλλους ήχους) ή δεν γίνονται πλήρως και στο 100% αντιληπτά από το παιδί, η ανάπτυξη της ομιλίας παρουσιάζει διαταραχές.

 

Σύγχρονες μελέτες δείχνουν πώς κατά την ανάπτυξη του εγκεφάλου η δομή της κεντρικής ακουστικής οδού επηρεάζεται και διαμορφώνεται με βάση τα ακουστικά ερεθίσματα. Συγκεκριμένα η απεικόνιση της κεντρικής ακουστικής οδού με λειτουργική μαγνητική τομογραφία αναδεικνύει μεγαλύτερη δραστηριότητα της όταν το παιδί ακούει με προσοχή ή διαβάζει.

 

Ακοή-Ακρόαση

 

Διάκριση ακοής και ακρόασης

 

  Η ακοή είναι μια διεργασία που ξεκινάει με την είσοδο του ήχου ή της ομιλίας στον έξω ακουστικό πόρο, την παλμική στη συνέχεια κίνηση της τυμπανικής μεμβράνης, την διαδοχική κίνηση των 3 μικρότερων οσταρίων στο ανθρώπινο σώμα (σφύρα, άκμονας και αναβολέα) και την μετατόπιση των κοχλιακών υγρών που οδηγεί σε μετατροπή της μηχανικής ενέργειας σε ηλεκτρική, η οποία μεταφέρεται από τα τριχωτά κύτταρα του κοχλία με τη μορφή ηλεκτρικών δυναμικών στην κεντρική ακουστική οδό για να καταλήξει στα ακουστικά κέντρα του εγκεφαλικού φλοιού.

 

Η ακρόαση είναι μια δεξιότητα που προϋποθέτει εκμάθηση. Ακρόαση σημαίνει εδώ, ακούω με προσοχή.

 

Η επικέντρωση στην ανάπτυξη της ικανότητας ενός παιδιού να ακούει με προσοχή μπορεί να ξεκινήσει μόνο εφόσον εξασφαλιστεί η φυσιολογική ακοή. Με τον τρόπο αυτό πιστοποιείται η επιτυχής μεταφορά της ακουστικής πληροφορίας στον εγκέφαλο. Βασική προϋπόθεση επομένως της όποιας λογοπεδικής (ή λογοθεραπευτικής ή ειδικής παιδαγωγικής) αντιμετώπισης είναι η εξέταση για φυσιολογική ακοή και επεξεργασία της ακουστικής πληροφορίας. Διαφορετικά η προσέγγιση είναι προβληματική, η αντιμετώπιση μη επιτυχής και το αίτιο της δυσκολίας στην ανάπτυξη της ομιλίας ή την κατάκτηση της ανάγνωσης αγνοείται.

 

Απώλεια ακοής (βαρηκοΐα) οποιουδήποτε τύπου και βαθμού εμφανιζόμενη στη βρεφική ή παιδική ηλικία μπορεί να επηρεάσει την φυσιολογική ανάπτυξη της ομιλίας, της ανάγνωσης, της γραφής και της μαθησιακής ικανότητας (Ling 2002). Η απώλεια ακοής μειώνει, παραμορφώνει ή εξαφανίζει τους ήχους, ακόμα κι αυτούς που είναι σε κοντινή απόσταση. Οι αρνητικές επιπτώσεις της απώλειας ακοής συνήθως είναι εμφανείς, αλλά η ίδια η απώλεια ακοής μπορεί να υποτιμηθεί ή να αγνοηθεί πλήρως  από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς.

 

Ο άνθρωπος διαθέτει το βιολογικό υπόστρωμα για την ανάπτυξη της ομιλίας και των δεξιοτήτων της ανάγνωσης μέσω του κεντρικού ακουστικού νευρικού συστήματος. Η ανάγνωση δεν είναι μόνο αποτέλεσμα οπτικής δεξιότητας, αλλά βασικά κέντρα της φαίνεται να εδρεύουν στον ακουστικό φλοιό του εγκεφάλου (Chermak 2007). Η ανάγνωση είναι αποτέλεσμα και ακουστικής δεξιότητας. Αυτό εξηγεί γιατί παιδιά που γεννιούνται με απώλεια ακοής (βαρηκοΐα) και δεν έχουν (ή έχουν μειωμένη) έκθεση σε ακουστικά ερεθίσματα σε μικρή ηλικία, παρουσιάζουν συνήθως μεγαλύτερη δυσκολία στην κατάκτηση της ανάγνωσης παρά την φυσιολογική όραση τους. Η έγκαιρη έκθεση του παιδιού σε ήχους με σημασιολογικό περιεχόμενο (ήχους ομιλίας) και η επακόλουθη επικέντρωση της προσοχής του παιδιού στον ήχο, προσφέρει στο παιδί την βέλτιστη ευκαιρία ώστε να αναπτύξει την ομιλία και τις γλωσσικές και μαθησιακές δεξιότητες που θα του χρειαστούν και στην ενήλικη ζωή.

 

Όλες οι δεξιότητες του παιδιού αποκτώνται με εξάσκηση:

 

Το παιδί μαθαίνει

 

-          να περπατά μετά από εξάσκηση

 

-          να ακούει με προσοχή μετά από εξάσκηση

 

-          να μιλάει μετά από εξάσκηση

 

Η εξάσκηση απαιτείται για την κατάκτηση κάθε δεξιότητας στον χρόνο που αυτή είναι βιολογικά προγραμματισμένη.Αν για κάποιο λόγο κάποια δεξιότητα δεν κατακτηθεί στον ‘ιδανικό’ βιολογικά χρόνο, τότε η προσπάθεια αποκατάστασης της σε μεταγενέστερο χρόνο, προϋποθέτει μεγαλύτερη προσπάθεια και πιθανότατα χαμηλότερο επίπεδο ικανότητας ως προς την συγκεκριμένη δεξιότητα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πώς το παιδί είναι τώρα ψυχοκοινωνικά και νευρολογικά σε απόκλιση από την τυπική αναπτυξιακή διαδικασία. Ανάλογο είναι και το μοντέλο για την ανάπτυξη των ακουστικών δεξιοτήτων.

 

Στην ηλικία του ενός έτους και μετά από έκθεση 12 μηνών (ή 16 αν υπολογιστούν και οι μήνες που το έμβρυο ακούει πριν γεννηθεί) σε ακουστικά ερεθίσματα με σημασιολογικό περιεχόμενο και διαδραστικό τρόπο, το παιδί με φυσιολογική ακοή εκφέρει λέξεις. Ο χρόνος της έκθεσης στα ακουστικά ερεθίσματα είναι καθοριστικός και δεν μπορεί να παραληφθεί. Ο εγκέφαλος χρειάζεται τον χρόνο αυτό για να οργανωθεί επιτυχώς γύρω από την ομιλία.

 

Εξέταση

 

Έλεγχος της ακοής

 

     Η ακοή είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ανάπτυξη της ομιλίας, της γλώσσας και της ανάγνωσης και τελικά για την μαθησιακή διαδικασία. Ο ουσιαστικός έλεγχος της είναι απαραίτητος και προϋποθέτει εξειδίκευση του Ωτορινολαρυγγολόγου ιατρού που θα διενεργήσει την εξέταση. Η εξέταση ακοής δεν θα πρέπει να περιορίζεται στο αν ένα παιδί ή βρέφος ακούει ένα δυνατό ήχο, όπως είναι τα παλαμάκια ή ανταποκρίνεται σε μια προφορική εντολή όπως ‘άνοιξε την πόρτα’. Απαιτείται ειδικός εξοπλισμός για τη διενέργεια της κατάλληλης εξέτασης ανάλογα με την ηλικία από τον εξειδικευμένο ΩΡΛ-Ακουολόγο. Η πιο συνηθισμένη εξέταση για έλεγχο ακοής από την ηλικία των 6 ετών και άνω είναι το ακουόγραμμα, κατά το οποίο το παιδί ακούει μέσα από ειδικά ακουστικά (σε ηχομονωμένο θάλαμο ή ειδικά διαμορφωμένο εξεταστικό χώρο) απλούς ήχους (όπως π.χ μια νότα πιάνου) και απαντά ότι έχει ακούσει τον ήχο την ίδια στιγμή είτε λεκτικά είτε με το πάτημα ενός κουμπί ή δεν απαντά αν δεν έχει ακούσει τον ήχο. Η εξέταση διαρκεί τουλάχιστον 15 λεπτά και πάντα με την δυνατότητα συνεργασίας του παιδιού είναι δυνατόν να διαρκέσει πιο πολύ χρόνο ή να τροποποιηθεί προκειμένου το παιδί να ‘παίζει κάποιο παιχνίδι’ κατά το οποίο απαιτείται μια συγκεκριμένη κίνηση κάθε φορά που ακούει κάποιο ήχο. Εξέταση ακοής που γίνεται σε ελάχιστα λεπτά, απλά δεν είναι εξέταση ακοής. Υπάρχουν αυτοματοποιημένες εξετάσεις που ελέγχουν τμήματα του αυτιού ή της ακουστικής οδό προς τον εγκέφαλο και μπορούν να δώσουν έμμεσα αποτελέσματα για το επίπεδο ακοής, ωστόσο η αποτύπωση του επιπέδου ακουστικής οξύτητας (ή ο ουδός ακοής) πραγματοποιείται τυπικά με το ακουόγραμμα. Για ηλικίες μικρότερες των 6 ετών οι εξετάσεις διαφοροποιούνται, η δυνατότητα συνεργασίας του παιδιού κατά την εξέταση είναι πολύ μικρότερη έως απούσα και απαιτείται η διενέργεια σειράς εξετάσεων για να καταλήξει ο ειδικός ΩΡΛ- Ακουολόγος σε ασφαλές συμπέρασμα για το επίπεδο ακοής του παιδιού. Στις μικρές αυτές ηλικίες κύριο ρόλο (αλλά όχι μεμονωμένο) έχουν τα ακουστικά προκλητά δυναμικά, που είναι μια μορφή εγκεφαλογραφήματος του ακουστικού συστήματος.      

 

Ανίχνευση ακοής νεογνών

 

Ακοή σε παιδιά δημοτικού

 

Έλεγχος της ακοής και της ακουστικής επεξεργασίας σε παιδιά με μαθησιακά προβλήματα κατά τις πρώτες τάξεις του δημοτικού.

 

  Κατά την είσοδο στο δημοτικό σχολείο είναι απαραίτητος ο έλεγχος ακοής των παιδιών για τον προσδιορισμό του επιπέδου ακοής τους. Αυτό πρέπει να γίνεται για να προλαμβάνονται ή να ελαχιστοποιούνται τα μαθησιακά προβλήματα που δυνατόν να εμφανιστούν ως συνέπεια της απώλειας ακοής. Είναι δυνατόν να μην γνωρίζουν οι γονείς αν το παιδί τους έχει πρόβλημα ακοής; Η απάντηση είναι ΝΑΙ και αυτό γιατί μπορεί η απώλεια ακοής να είναι μικρή, να είναι εστιασμένη σε συγκεκριμένες συχνότητες ή να αφορά μόνο το ένα από τα δύο αυτιά.

 

Στις περιπτώσεις αυτές μπορεί το παιδί να θεωρηθεί από το οικογενειακό και το σχολικό περιβάλλον, ότι είναι αφηρημένο, δεν δίνει ιδιαίτερη προσοχή σε αυτά που του λένε ή είναι απλώς πολύ ζωηρό. Για τους λόγους αυτούς ο τυπικός ιατρικός έλεγχος που γίνεται συνήθως από έναν παιδίατρο δεν επιτρέπει τον προσδιορισμό του επιπέδου ακοής ανά αυτί και δεν μπορεί να δώσει τις λεπτομέρειες για την ακοή του παιδιού που θα φανούν χρήσιμες για την ομαλή ένταξη του στο σχολείο και τη μαθησιακή διαδικασία. Ο έλεγχος στην ηλικία αυτή απαιτεί τουλάχιστον τη διενέργεια ακουογράμματος.

 

Τί είναι η διαταραχή ακουστικής επεξεργασίας (ΔΑΕ);

 

 Είναι δυνατόν ένα παιδί που έχει ελεγχθεί για την ακοή του με τη διενέργεια ακουογράμματος από τον ειδικό ΩΡΛ-Ακουολόγο να έχει προβλήματα στο πώς ακούει στην καθημερινή του ζωή και ιδιαίτερα σε μια πολυπληθή σχολική τάξη; Η απάντηση είναι ΝΑΙ. Στις περιπτώσεις που συμβαίνει να δυσκολεύεται το παιδί στο να ακούσει αυτά που του λένε όταν υπάρχει θόρυβος (ο οποίος μπορεί να είναι πολλά παιδιά που μιλούν ταυτόχρονα, ένα τμήμα που κάνει γυμναστική στην αυλή, 2-3 παιδιά που ψιθυρίζουν στο πίσω θρανίο ενώ ο δάσκαλος παραδίδει μάθημα ή κάνει κάποια ερώτηση κ.α) είναι δυνατόν να παρουσιάζει πρόβλημα στον τρόπο που ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τις ακουστικές πληροφορίες. Στις περιπτώσεις αυτές είναι ακόμα πιο συχνή η απόδοση των συμπτωμάτων σε άλλα αίτια, για παράδειγμα ελλειμματική προσοχή, έλλειψη ενδιαφέροντος κ.α  Η διαταραχή ακουστικής επεξεργασίας δυνατόν να εμφανίζεται και σε παιδιά με δυσλεξία ή με αυτισμό.

 

Η διαταραχή ακουστικής επεξεργασίας δεν είναι τόσο γνωστή στη χώρα μας, όπως συμβαίνει και με την υπόλοιπη Ευρώπη. Η σειρά εξετάσεων (δοκιμασιών ακουστικής αντίληψης) στις οποίες πρέπει να υποβληθεί το παιδί για τον αποκλεισμό ή τη διάγνωση της συγκεκριμένης διαταραχής είναι εξειδικευμένες και οι φυσιολογικές τιμές τους διαφοροποιούνται χρόνο με τον χρόνο και μέχρι την ηλικία των 13-15 ετών. Οι εξετάσεις αυτές πραγματοποιούνται στο Ιατρείο Ψυχοακουστικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ.

 

Στις περιπτώσεις που μετά από τη διενέργεια σειράς εξειδικευμένων εξετάσεων διαγνωστεί διαταραχή ακουστικής επεξεργασίας, υπάρχει δυνατότητα παρέμβασης για την αντιμετώπιση της. Όσο πιο έγκαιρα γίνει η διάγνωση τόσο πιο καλά τα αποτελέσματα σε ότι αφορά τη μαθησιακή διαδικασία και κατ’ επέκταση τη σχολική επίδοση. Η παρέμβαση απαιτεί τη συμμετοχή του λογοπεδικού-λογοθεραπευτή, του ειδικού παιδαγωγό, του εκπαιδευτικού της τάξης, αλλά και του γονιού.

 

Ανιχνευτικός έλεγχος νεογνών με τη γέννηση

 

  Σήμερα είναι εφικτή η εξέταση ακοής αμέσως μετά τη γέννηση για τον εντοπισμό των βρεφών εκείνων που θα πρέπει να εξεταστούν πλήρως ακουολογικά προκειμένου να καθοριστεί το επίπεδο ακοής τους. Είναι δυνατόν ένα βρέφος να ακούει και να τρομάζει μετά από έναν δυνατό ήχο (παλαμάκια, μουσικό παιχνίδι, κορνάρισμα αυτοκινήτου, ξυπνητήρι, τηλεόραση) και να έχει πρόβλημα ακοής; Η απάντηση είναι ΝΑΙ και θέλει ιδιαίτερη προσοχή, καθώς αυτό που ενδιαφέρει για την ανάπτυξη της ομιλίας και αργότερα της γλώσσας, της ανάγνωσης, της γραφής και τελικά τη μαθησιακή ικανότητα είναι να ακούει το βρέφος, το νήπιο και το παιδί ακόμα και τον ψίθυρο σε όλες τις συχνότητες της ομιλίας και στα δύο αυτιά.

 

Η εξέταση που δίνει την δυνατότητα αμέσως μετά τη γέννηση να προσδιοριστεί ποιά βρέφη πρέπει να εξεταστούν πλήρως για την ακοής τους είναι οι ωτοακουστικές εκπομπές. Η μέθοδος αυτή είναι σύντομη, ελάχιστα λεπτά είναι αρκετά για την εξέταση και των δύο αυτιών και είναι μια ‘φωτογραφία’ της στιγμής για την φυσιολογική ή μη ακοή του βρέφους. Η ανιχνευτική αυτή μέθοδος είναι απαραίτητη στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και στην Αμερική. Στη χώρα μας είναι προαιρετική, ωστόσο κάθε γονιός που γνωρίζει την αναγκαιότητα θα πρέπει να την ζητά.