Καίριας σημασίας η πρόληψη της υπογλυκαιμίας στην θεραπεία του διαβήτη

Καίριας σημασίας η πρόληψη της υπογλυκαιμίας στην θεραπεία του διαβήτη

Αποτελεσματική διαχείριση της υπογλυκαιμίας, της ανεπιθύμητης παρενέργειας της αντιδιαβητικής αγωγής, επιτυγχάνουν οι ινσουλίνες degludec και degludec plus, που εγκρίθηκαν πρόσφατα από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ). 

Η υπογλυκαιμία είναι η συχνότερη παρενέργεια της αντιδιαβητικής αγωγής, με ιατρικές, ψυχολογικές και οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες για τους πάσχοντες από διαβήτη. 

Οι ινσουλίνες degludec και degludec plus είναι ινσουλίνες υπερ-παρατεταμένης διάρκειας, άνω του 24ώρου, επιτρέποντας μεγαλύτερη ευελιξία χορήγησης στον ασθενή. Συγκεκριμένα η ινσουλίνη degludec καθώς και το μίγμα αυτής με την ινσουλίνη aspart, με διάρκεια δράσης τουλάχιστον 40 ώρες εξασφαλίζουν πολύ μεγάλη ευελιξία στη χορήγησή τους αφού οι διαβητικοί δεν χρειάζεται να τις παίρνουν την ίδια ώρα κάθε μέρα, ενώ η παράλειψη μιας δόσης δεν θέτει σε κίνδυνο τη ρύθμιση των ασθενών. 

Η ινσουλίνη degludec χαρακτηρίζεται από το επίπεδο και σταθερό προφίλ δράσης, το οποίο εξασφαλίζει σημαντικά χαμηλότερο κίνδυνο υπογλυκαιμιών, και ειδικά των νυχτερινών, οι οποίες συχνά αποτελούν σημαντικό κλινικό πρόβλημα και θέτουν σε κίνδυνο τη ρύθμιση, αλλά και τη ζωή των ασθενών.

Οι νέες ινσουλίνες θα κυκλοφορήσουν στην Ελλάδα όταν διευθετηθεί το θέμα με την κυκλοφορία νέων φαρμάκων που εδώ και δυο χρόνια δεν κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά. Προς το παρόν μόνο η ινσουλίνη degludec, διατίθεται σε Αγγλία και Δανία ενώ σύντομα αναμένεται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Μελλοντικά, αναμένεται και έτοιμος συνδυασμός της ινσουλίνης degludec με ανάλογο GLP-1 ο οποίος φαίνεται να έχει θεαματικά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση του διαβήτη τύπου ΙΙ.

Η σημασία της πρόληψης της υπογλυκαιμίας γίνεται αντιληπτή, αν λάβουμε υπόψη μας ότι αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου θανάτου, ενώ το 6% των θανάτων εξαιτίας του διαβήτη συνδέονται με υπογλυκαιμικά επεισόδια.

Είτε πρόκειται για διαβήτη τύπου Ι, είτε για τύπου ΙΙ, η διάρκεια της θεραπείας του διαβήτη αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής υπογλυκαιμίας. Η συχνή εμφάνιση υπογλυκαιμίας οδηγεί μάλιστα, σε ένα φαύλο κύκλο επαναλαμβανόμενων επεισοδίων που σταδιακά ελαττώνουν την επίγνωση των προειδοποιητικών συμπτωμάτων της υπογλυκαιμίας. Αυτό έχει σαν συνέπεια τη μειωμένη αντίληψη της υπογλυκαιμίας αφού δεν γίνονται αρκετά αισθητά τα προειδοποιητικά συμπτώματα. Στην περίπτωση αυτή αυξάνεται ο κίνδυνος το άτομο με διαβήτη να αντιμετωπίσει μια απότομη σοβαρή υπογλυκαιμία που μπορεί να εξελιχθεί σε υπογλυκαιμικό κώμα.

Αξίζει δε να σημειωθεί ότι περίπου το 50% των επεισοδίων σοβαρής υπογλυκαιμίας εμφανίζονται τη νύχτα και μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες, όπως «το σύνδρομο του επικείμενου θανάτου στο κρεβάτι».

Από ψυχολογικής πλευράς, η υπογλυκαιμία προκαλεί αυξημένο άγχος, κακή ποιότητα ζωής και επιδεινώνει τη γενική υγεία του ατόμου. Ο ψυχολογικός αντίκτυπος μπορεί να είναι τρομακτικός όχι μόνο στα ίδια τα άτομα με διαβήτη αλλά και στην οικογένειά τους, στους φίλους τους και στους συνεργάτες τους.

Ο φόβος της υπογλυκαιμίας προκαλεί ενστικτωδώς τροποποίηση της θεραπείας από πλευράς των ατόμων με διαβήτη σε μια προσπάθεια να την αποφύγουν ή μετριάσουν, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της ρύθμισης και συνεπώς την αύξηση του κινδύνου εμφάνισης επιπλοκών. Σύμφωνα με μελέτες, τα άτομα με διαβήτη που έχουν βιώσει υπογλυκαιμία έχουν μειωμένη ικανοποίηση από τη θεραπεία τους και έχουν μειωμένη συμμόρφωση σε αυτήν. 

Η υπογλυκαιμία καθορίζει την θεραπεία
Τον Δεκέμβριο του 2012 δημοσιεύθηκε η μελέτη GAPP2 (Global Attitudes of Patients and Physicians) στην οποία συμμετείχαν συνολικά περισσότεροι από 5.000 επαγγελματίες υγείας και άτομα με διαβήτη με διαβήτη τύπου 2 σε 6 χώρες.

Η μελέτη αυτή έδειξε ότι 4 στα 5 άτομα με διαβήτη (80%) έχουν βιώσει τουλάχιστον ένα επεισόδιο υπογλυκαιμίας που αντιμετώπισαν μόνοι τους, ενώ το 36% είχε ένα επεισόδιο εντός του τελευταίου μήνα. Τα επεισόδια αυτά επηρέασαν και τον τρόπο που τα άτομα με διαβήτη τύπου ΙΙ χειρίστηκαν τη θεραπεία τους. Το 40% ανέφεραν αυξημένο αριθμό μετρήσεων σακχάρου μετά το τελευταίο τους επεισόδιο ενώ περισσότεροι από 1 στους 10 τροποποίησαν τη δόση της μακράς δράσης ινσουλίνης τους. Σύμφωνα με την ίδια μελέτη το 16% των ατόμων με διαβήτη δήλωσαν ότι εκ προθέσεως δεν πήραν την ινσουλίνη τους όπως τους είχε συσταθεί και το 14% δήλωσε ότι κράτησε τα επίπεδα σακχάρου ψηλότερα από τους στόχους που τους είχαν τεθεί για να αποφύγουν την υπογλυκαιμία τη νύκτα. 

Οι επαγγελματίες υγείας δήλωσαν ότι οι θεραπευτικές αποφάσεις τους επηρεάστηκαν από τον κίνδυνο ήπιας υπογλυκαιμίας. Στην απόφαση για το ποια ινσουλίνη θα προτιμήσουν το 82% έλαβε υπόψη του τον κίνδυνο υπογλυκαιμίας και περισσότεροι από τους μισούς (57%) ξεκίνησαν την ινσουλίνη σε χαμηλότερη δόση από την προτεινόμενη.

Οικονομικές επιπτώσεις της υπογλυκαιμίας
Από οικονομικής πλευράς, η υπογλυκαιμία συνοδεύεται από ένα σημαντικό κόστος, άμεσο αλλά και έμμεσο. Πάνω από 16% των ατόμων με διαβήτη βιώνουν τόσο έντονα επεισόδια υπογλυκαιμίας που χρειάζονται ιατρική περίθαλψη. Σύμφωνα με στοιχεία από χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης το μέσο άμεσο κόστος μιας σοβαρής υπογλυκαιμίας ξεπερνάει τα 500€.

Ακόμη όμως και τα ήπια υπογλυκαιμικά επεισόδια έχουν ένα σημαντικό άμεσο και έμμεσο κόστος. Στο άμεσο κόστος περιλαμβάνονται ένα σημαντικό ποσοστό της τάξης του 25% που αναφέρονται στους επαγγελματίες υγείας και απαιτούν ιατρικό χειρισμό. Επίσης, κατά μέσο όρο, γίνονται 5,6 φορές περισσότερες μετρήσεις γλυκόζης μετά από ένα ήπιο υπογλυκαιμικό επεισόδια.

Στο έμμεσο κόστος των ήπιων υπογλυκαιμικών επεισοδίων συμπεριλαμβάνονται ο αυξημένος αριθμός ημερών εκτός εργασίας και η μειωμένη παραγωγικότητα. Έχει υπολογιστεί ότι μετά από ένα ήπιο έως μέτριο υπογλυκαιμικό επεισόδιο το 11% των ατόμων με διαβήτη παραμένει στο σπίτι την άλλη μέρα, ενώ το 17% των ατόμων φεύγουν από την εργασία πιο νωρίς. Παράλληλα χάνονται 9,9 ώρες εργασίας για κάθε επεισόδιο ήπιας υπογλυκαιμίας που προκύπτει κατά τις ώρες εργασίας. 

Το γεγονός της αυξημένης απουσίας από την εργασία αλλά και η μειωμένη παραγωγικότητα στην εργασία παριστάνουν και την κοινωνική διάσταση του προβλήματος της υπογλυκαιμίας σε συνδυασμό με το γεγονός ότι πολλές φορές οι άνθρωποι που βρίσκονται στον κοινωνικό περίγυρο του ατόμου με διαβήτη αντιμετωπίζουν δυσκολίες να χειριστούν την κατάσταση. Ιδιαίτερα σε περιβάλλοντα όπως το σχολικό ένα επεισόδιο υπογλυκαιμίας μπορεί να θέσει σε αμφισβήτηση την κοινωνική αποδοχή του ατόμου.

Το μέσο κόστος ενός επεισοδίου σοβαρής υπογλυκαιμίας υπολογίστηκε στα €366, με τα €239 να αντιστοιχούν στο άμεσο κόστος και τα €127 στο έμμεσο κόστος (στοιχεία Ισπανίας).